You are currently viewing Δημήτρης Γαβαλάς: Αιώνας Της Λογικής –  Όταν Οι Μαθηματικοί Υπαγόρευαν Στους Ποιητές  Πώς Να Γράφουν  [Μέρος 2 -συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση της 21/5/2022]

Δημήτρης Γαβαλάς: Αιώνας Της Λογικής – Όταν Οι Μαθηματικοί Υπαγόρευαν Στους Ποιητές Πώς Να Γράφουν [Μέρος 2 -συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση της 21/5/2022]

Όλη η φύση είναι Τέχνη, ας μη το ξέρεις.

Όλη η Τύχη , Σκοπός , όμως δεν θα τον δεις.

Όλη η Αντίθεση, Αρμονία, που δεν κατανοείς.

Alexander Pope

 

Ήταν φυσικό, μέσα σε όλη αυτή την αναστάτωση, την επανάσταση, το νέο που έφερνε η εποχή εκείνη, να επηρεαστεί βαθύτατα η λογοτεχνία, η τέχνη και η αισθητική. Όπως λέει ο Morris Kline, τον οποίο ακολουθώ εδώ, ταξιδεύοντας ο Γκιούλιβερ συνάντησε μια απίθανη κομπανία από καθηγητές που είχαν καταπιαστεί σοβαρά να βελτιώσουν τη γλώσσα της χώρας. Σύμφωνα με έναν από αυτούς, έπρεπε ο λόγος να συντομευτεί, γι’ αυτό οι πολυσύλλαβες λέξεις κόβονταν και γίνονταν μονοσύλλαβες, και τα ρήματα και οι μετοχές παραλείπονταν, επειδή στην πραγματικότητα ο κόσμος της ανθρώπινης φαντασίας δεν αποτελούνταν παρά από ουσιαστικά. Ένας άλλος σοφός είχε βρει έναν πρωτότυπο τρόπο, να ξεμπερδέψει οριστικά με όλες τις λέξεις, αντί να μιλούν, οι άνθρωποι κουβαλούσαν πάντοτε μαζί τους διάφορα αντικείμενα και συνεννοούνταν με το να τα δείχνουν. Παρ’ όλο που κάτι τέτοιο συνέβαλε ουσιαστικά στη συντομία και ακόμη και στη σωματική υγεία, οι γυναίκες αντιτάχθηκαν σύσσωμες στο σχέδιο, επειδή δεν τις άφηνε να χρησιμοποιούν τη γλώσσα τους .

 

Σε αυτό, και σε πολυάριθμα άλλα αποσπάσματα, ο Jonathan Swift χρησιμοποιούσε το μεγαλύτερο όπλο του -τη σάτιρα- για να γελοιοποιήσει τη βαθιά επιρροή που ασκούσαν τα Μαθηματικά στη λογοτεχνία της εποχής του. Ακριβώς όπως στον σημερινό κόσμο ανώτατη αυθεντία σε όλα τα θέματα θεωρείται ο πετυχημένος επιχειρηματίας, έτσι και τον 17ο και 18ο αιώνα οι μαθηματικοί, που είχαν πετύχει να αποκαλύψουν και να περιγράψουν την τάξη της φύσης, είχαν αναγορευτεί κριτές της γλώσσας, του στυλ, του πνεύματος και του περιεχομένου της λογοτεχνίας. Οι μεγαλύτεροι λογοτέχνες της εποχής έφτασαν να πιστέψουν ότι τα γραπτά τους ήταν κατώτερα από τα μαθηματικά και επιστημονικά έργα, και ότι η πρόζα όσο και η ποίηση μπορούσαν να βελτιωθούν, αν έπαιρναν παράδειγμα από τα τελευταία.

 

Οι συγγραφείς άρχισαν την ανοικοδόμηση της γλώσσας μιμούμενοι τα Μαθηματικά, δηλαδή με την τυποποίησή της. Για να εκφράσουν τις διάφορες ιδέες υιοθέτησαν αυθαίρετα σύμβολα που δεν άλλαζαν ποτέ, σαν το x των Μαθηματικών, το σταθερό και αυθαίρετο σύμβολο για τις άγνωστες ποσότητες. Αυτή η τυποποίηση διακρίνεται καθαρά στον μόνιμο τρόπο με τον οποίο περιγράφονται τα κορίτσια σαν νύφες, οι εραστές σαν κύκνοι, τα λιβάδια ως πάντα δροσερά, οι πηγές και τα ρυάκια ως χορταριασμένα ή το νερό ως κρυστάλλινο, και γενικά στον ομοιόμορφο τρόπο σύνδεσης διαφόρων λέξεων ad nauseam (μέχρι ναυτίας).

 

Προσπαθώντας να μιμηθούν ακόμη περισσότερο τα Μαθηματικά στην καθημερινή ομιλία άρχισαν να χρησιμοποιούν αφηρημένες έννοιες. Το αρκεβούζιο (τυφέκιο) έγινε ο σωλήνας που σκοπεύει. Τα πουλιά, η φτερωτή οικογένεια. Τα ψάρια, η λεπιδωτή γενιά ή η φυλή με τα πτερύγια. Ο ωκεανός έγινε η υδάτινη πεδιάδα και ο ουρανός ο γαλάζιος θόλος. Και περισσότερο από όλους τους άλλους, οι ποιητές ερωτεύτηκαν αφηρημένες έννοιες, όπως ήταν η αρετή, η τρέλα, η χαρά, η ευημερία, η μελαγχολία, ο τρόμος, η φτώχια, που τις προσωποποιούσαν και τις έγραφαν με κεφαλαίο. Η τυποποίηση αυτή και η αγάπη των αφαιρέσεων απογύμνωσαν τη γλώσσα από πολλές χειροπιαστές, ζωηρόχρωμες, ζουμερές λέξεις.

 

Το κίνημα για την τυποποίηση αποκορυφώθηκε με ένα από τα ορόσημα της αγγλικής γλώσσας, το Λεξικό του Samuel Johnson, ο οποίος ανέλαβε να δώσει τους κανόνες σε μια γλώσσα που ‘γεννήθηκε από την ανάγκη και μεγάλωσε στην τύχη’. Ο Johnson μεταμόρφωσε το λεξικό. Αντί να δίνει μια περιεκτική ερμηνεία των λέξεων, το ανέβασε στον θρόνο του αυθεντικού κριτή της σωστής χρήσης και του ρυθμιστή των κατευθύνσεων της γλώσσας. Με προσεκτικές διακρίσεις παρουσιασμένες με σαφήνεια και με τη βοήθεια παραδειγμάτων, όρισε την ακριβή έννοια και την κανονική χρήση των λέξεων. Ήθελε η έννοια και η χρήση τους να μείνει σταθερή για πάντα, με τον ίδιο τρόπο που η λέξη ‘τρίγωνο’ επί χιλιάδες χρόνια είχε διατηρήσει ακριβώς την ίδια σημασία.

 

Αυτή η ανανέωση της έννοιάς τους ίσως φαίνεται ριζοσπαστική στην ιστορία των λεξικών, αλλά ήταν κάτι που έπρεπε να αναμένεται τον 17ο αιώνα. Ο Johnson επιχείρησε να κάνει για τη γλώσσα το ίδιο πράγμα που είχε αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά σε όλους τους άλλους τομείς της ζωής, δηλαδή να προσδιο­ρίσει και επιβάλει τα πιο λογικά, αποτελεσματικά και σταθερά κριτήρια. Από την εποχή εκείνη βέβαια μάθαμε και άλλα πράγματα. Καταλάβαμε, για παρά­δειγμα, ότι παρ’ όλους τους κανόνες και τους ορισμούς η γλώσσα είναι αναγκαστικά ένα ρευστό και εξελισσόμενο φαινόμενο. Οι λέξεις αλλάζουν νόημα από χρόνο σε χρό­νο και από τόπο σε τόπο, όπως φαίνεται καθαρά στα σύγχρονα λεξικά που περιλαμβάνουν τις παλιότερες σημασίες των λέξεων.

Η τυποποίηση συνοδεύτηκε από την κριτική εξέταση της αποτελεσματικότητας της καθημερινής γλώσσας. Ο Jeremy Bentham, που διακρίθηκε και για την ηθική και πολιτική φιλοσοφία του, ασχολήθηκε με αυτό το πρό­βλημα. Τα ουσιαστικά, είπε, είναι καλύτερα από τα ρήματα. Η ιδέα που ενσωματώνει ένα ουσιαστικό είναι ‘χτισμένη στον βράχο’, εκείνη του ρήματος ‘γλιστρά μέσα από τα δάχτυλα σαν χέλι’. Η ιδανική γλώσσα έπρεπε να θυμίζει την Άλγεβρα. Σε αυτήν οι ιδέες παριστάνονταν με τις λέξεις όπως οι αριθμητικές ποσότητες παριστάνονται με τα γράμματα. Ακόμη υπήρχε ανάγκη να καταργηθούν οι αμφίβολες ή ανεπαρκείς λέξεις. Οι ιδέες συνδέονταν με τις ελάχιστες δυνατές συντακτικές σχέσεις, όπως οι αριθμοί συνδέονται με τις μετρημένες στα δάχτυλα πράξεις -πρόσθεση, πολλαπλασιασμό, ισότητα κτλ. Δυο προτάσεις έπρεπε να συγκρίνονται όπως δυο εξισώσεις, όπως για παράδειγμα μια εξίσωση μπορεί να συναχθεί από μίαν άλλη αν πολλαπλασιαστεί επί μια σταθερά. Αυτή η προσπάθεια του Bentham να χρησιμοποιηθούν σύμβολα στη θέση των ουσιαστικών και των ρημάτων θύμιζε το σχέδιο του Λάιμπνιτς για τη συμβολική γλώσσα. Όμως, ενώ ο Λάιμπνιτς ήθελε να διευκολύνει τους συλλογισμούς, ο Bentham και οι άλλοι ήθελαν να πετύχουν μεγαλύτερη ακρίβεια. Η γλωσσική μεταρρύθμιση αυτή καθαυτή δεν ήταν παρά μια δευτερεύουσα επίδραση των Μαθηματικών στη γλώσσα. Χάρη σε αυτά άλλαξε ριζικά και το στυλ. Η εποχή του Νεύτωνα αναγνώρισε απόλυτα ότι οι προτάσεις των Μαθηματικών έπρεπε να είναι σύντομες, αναμφίσημες, σαφείς και ακριβείς. Πολλοί συγγραφείς πίστεψαν ότι η επιτυχία των Μαθηματικών οφειλόταν ακριβώς σε αυτό το ομογενές και απέριττο στυλ, και προσπάθησαν να το μιμηθούν.

 

Τον 17ο αιώνα οι Εταίροι της Βασιλικής Εταιρίας αποφάσισαν ότι η μεταρρύθμιση της αγγλικής γλώσσας βρισκόταν μέσα στα πλαίσια των καθηκόντων τους. Μια επιτροπή διορίστηκε για να μελετήσει τη γλώσσα. Ρίχνοντας ματιές στην Academie Francaise η επιτροπή πρότεινε να ιδρυθεί μια Αγγλική Ακαδημία ‘για τη βελτίωση της ομιλίας και του γραπτού λόγου’. Ακόμη σύστησε στα μέλη της Εταιρίας να αποφεύγουν τις επιδείξεις ευγλωττίας και την παραφορτωμένη έκφραση κατά την περιγραφή των πειραμάτων τους. Έπρεπε να απορρίψουν όλες τις ‘υπερβολές, τις παρεκβάσεις και τους πλατειασμούς’ για χάρη της ‘επιστροφής στην αρχέγονη αγνότητα και στη συντομία της εποχής που οι άνθρωποι δεν χρησιμοποιούσαν περισσότερες λέξεις από όσα πράγματι ήθελαν να πουν’. Να χρησιμοποιούν έναν ‘σφιχτοδεμένο, απέριττο, φυσικό τρόπο ομιλίας. Θετικές εκφράσεις, διαυγείς αισθήσεις, απροσποίητη άνεση, φέρνοντας το κάθε πράγμα όσο πιο κοντά μπορούν στη μαθηματική απλότητα και προκρίνοντας τη γλώσσα των τεχνιτών, των επαρχιωτών και των εμπόρων από κείνη των ευφυολόγων και των σχολαστικών’.

 

Ένας από τους εξαιρετικούς στοχαστές και ο μεγαλύτερος εκλαϊκευτής της επιστήμης της εποχής εκείνης, ο Bernard Le Bovier de Fontenelle έγραφε στο «Για τη χρησιμότητα των Μαθηματικών και της Φυσικής»:

 

Το γεωμετρικό πνεύμα δεν είναι τόσο δεμένο με τη Γεωμετρία ώστε να μη μπορεί να αποχωρισθεί από αυτήν και να μεταφερθεί σε άλλα πεδία γνώσης. Ένα έργο ηθικής, πολιτικής, κριτικής ή ίσως ακόμα και ένα έργο ρητορικής είναι πιο λεπτό, εφόσον τίποτα άλλο δεν αλλάζει, αν το φτιάξει το χέρι ενός γεωμέτρη. Η τάξη, η διαύγεια, η σαφήνεια, η ακρίβεια που επικρατούν στα καλά βιβλία από αρκετό καιρό, μπορούν κάλλιστα να αποδοθούν στο γεωμετρικό πνεύμα που σήμερα είναι περισσότερο διαδεδομένο παρά ποτέ.

 

Οι μεγάλοι μαθηματικοί του 18ου αιώνα ήταν ταυτόχρονα και εκείνοι που διαμόρφωσαν τα λογοτεχνικά πρότυπα. Το ύφος του Descartes εξαίρονταν για την καθαρότητα, τη σαφήνεια και την ευανάγνωστη πρόζα του, και ο καρτεσιανισμός δεν έδωσε μόνο μια φιλοσοφία, αλλά κι ένα συγκεκριμένο στυλ. Η κομψότητα και η λογική της έκφρασης του Pascal, ιδιαίτερα τα Lettres Provinciales, χαιρετίστηκαν σαν χαρακτηριστικά του ευγενικότερου λογοτεχνικού στυλ. Σε όλους σχεδόν τους τομείς οι συγγραφείς άρχισαν να πιθηκίζουν όσο περισσότερο τους επέτρεπε το θέμα τους τα έργα του Descartes, του Pascal, του Γαλιλαίου και του Νεύτωνα.

 

Κάτω από τέτοιες επιδράσεις εμφανίστηκαν και πολυάριθμες μεταβολές στο στυλ του λόγου γενικά. Οι μεταφορές εξοστρακίστηκαν για χάρη της ακριβόλογης γλώσσας που περιέγραφε αντικειμενικές πραγματικότητες. Σε σχέση με αυτό ο Λοκ είπε ότι η μεταφορά και ο συμβολισμός ήταν πράγματα ευχάριστα αλλά όχι λογικά. Το σχολαστικό, περιστόλιστο, λόγιο στυλ με τις περίπλοκες εκλατινισμένες κατασκευές του υποχώρησε μπροστά στην απλή και περισσότερο άμεση πρόζα. Εξορίστηκαν και τα ορμητικά πετάγματα της φαντασίας, οι συναισθηματικά φορτισμένες εκφράσεις, η ποιητική άδεια, ο ενθουσιώδης λόγος και οι βαρύγδουπες εντυπωσιακές εκφράσεις. Η δουλειά του συγγραφέα έλεγε ο Pope ήταν

Να μην κεντρίζει, μα να οδηγεί της Μούσας το άτι

να μην καλπάζει πιο γοργά, να κόβει τη μανία.

 

Αυτό που ενδιέφερε τους συγγραφείς ήταν να παρουσιάζουν τα γεγονότα με στυλ που να μην υστερεί απέναντι στα υψηλά κριτήρια της λογικής σκέψης. Η καθαρότητα, οι σωστές αναλογίες, το αρχιτεκτονικό ένστικτο της μορφής, του ρυθμού, της συμμετρικής δομής, του μέτρου, και η αυστηρή προσήλωση σε ένα ενιαίο ύφος έγιναν οι ποιότητες του νέου λόγου. Η πρόζα έγινε σοβαρή, σφιχτοδεμένη, ακριβής και επιγραμματική. Το αίτημα του ευανάγνωστου και διαυγούς ύφους επέβαλλε να μπορεί η κάθε φράση, η κάθε ομάδα λέξεων να συλληφθεί αμέσως από το μυαλό. Έτσι έγιναν της μόδας οι σύντομες προτάσεις. Οι αντιστροφές άρχισαν να αντιμετωπίζονται με επιφύλαξη: στο εσωτερικό της πρότασης, τη σειρά των λέξεων έπρεπε να την υπαγορεύει η σκέψη. Επίσης, οι προτάσεις συνδέονταν με οργανωμένο τρόπο μεταξύ τους, ώστε να δείχνουν καθαρά και αμέσως από πού έρχονται οι σκέψεις και πού πηγαίνουν. Σκοπός του στυλ της πρόζας και νόμος έγινε η εύκολη και κατανοητή επικοινωνία των ανθρώπινων εγκεφάλων.

 

Η έμφαση που δόθηκε στα λογικά στοιχεία του στυλ σε βάρος των συναισθηματικών, ανέπτυξε τις ποιότητες που ταίριαζαν στη μεγάλη ρητορική, την ανάπτυξη ιδεών και την αφήγηση, αλλά αποθάρρυνε την έκφραση της ισχυρής συγκίνησης και του πάθους που εμπνέουν τη μεγάλη ποίηση. Η χαρακτηριστική έκφραση του Αιώνα της Λογικής λοιπόν βρισκόταν στην πρόζα: στη νουβέλα, το ημερολόγιο, την επιστολή, το χρονικό ή το δοκίμιο, που παραγκώνισαν τον λυρισμό και το δράμα. Στην πραγματικότητα η δημιουργική φαντασία βρήκε διέξοδο στη νουβέλα και όχι στην ποίηση, και το λυρικό ποίημα της εποχής μεταμορφώθηκε σε ‘ποιητική πρόζα’.

Από τα διάφορα είδη πρόζας το πιο αγαπημένο ήταν η σάτιρα. Η λατρεία της λογικής έκανε το παράλογο να φαίνεται γελοίο και οι συγγραφείς βρήκαν ένα νέο θέμα. Καθώς τον 18ο αιώνα φύση και λογική ταυτίζονταν, τα σημεία όπου ο άνθρωπος είχε απομακρυνθεί από τη φυσική κατάσταση, όπως για παράδειγμα ο πόθος του για εξουσία, πλούτο ή κοινωνική υπόσταση, έγιναν στόχοι επιθέσεων. Ο μεγαλύτερος σατιρικός της εποχής, ο Jonathan Swift, εξακολουθεί να διαβάζεται και αυτά που έγραφε τότε δεν έχουν χάσει μέχρι σήμερα την καυστικότητα τους. Στα όσα συναντούσε ο Γκιούλιβερ στις περίεργες χώρες που ανακάλυπτε, σατιρίζονταν οι διάφορες όψεις του ευρωπαϊκού πολιτισμού του 18ου αιώνα. Οι εύθραυστοι Λιλιπούτειοι μας φαίνονται στην αρχή διασκεδαστικοί μέσα στην αμάθεια και την κακομοιριά τους, και γελούμε ώσπου να αντιληφθούμε ότι δεν είναι άλλοι από μας.

 

Η εποχή της λογικής προτιμούσε την πρόζα από την ποίηση. Επιπλέον, το νευτώνειο πνεύμα επέβαλε έναν απόλυτο διαχωρισμό της πρόζας από την ποίηση, αυτών που σκεφτόταν ένας άνθρωπος με κρίση και αντίληψη από κείνα που αισθανόταν ένας ποιητής, της γνώσης της φύσης από τη μία μεριά και της πολύχρωμης ρητορικής, της ευχάριστης ευστροφίας και των προστατευτικών μύθων από την άλλη. Με τα γεγονότα ασχολούνταν η πρόζα, με τα ελαφρά και ευχάριστα πράγματα η ποίηση. Μπορούσε να νιώθει κάποιος ποιητής αλλά έπρεπε να σκέφτεται πεζά. Η έμφαση που δόθηκε στη λειτουργία της λογικής έριξε σε ανυποληψία και τις έννοιες, τις εικόνες και τις αξίες της ποίησης. Και κάτι ακόμη περισσότερο, καθώς η αλήθεια της νευτώνειας εποχής ήταν η γνώση των σαφών και ευδιάκριτων Μαθηματικών ποιοτήτων που χαρακτήριζαν τα αντικείμενα, μία γνώση που δεν ήταν με κανένα τρόπο η αλήθεια της ποίησης, η τελευταία απορρίφθηκε ως φανταστική. Για να ανακαλύψουν την αλήθεια οι άνθρωποι έπρεπε να ξορκίσουν τα φαντάσματα της φαντασίας. Στην καλύτερη περίπτωση αυτό που μπορούσε να κάνει η ποίηση ήταν να στολίσει κάπως και να παρουσιάσει πιο ευχάριστα την αφηρημένη αλήθεια των Μαθηματικών και της φυσικής επιστήμης.

 

Πολλά μεγάλα πνεύματα υποτίμησαν την ποίηση και ορισμένα μάλιστα της κήρυξαν ανοιχτά τον πόλεμο. Ο John Locke έλεγε πως η ποίηση προσφέρει μόνο όμορφες εικόνες και ευχάριστα οράματα που όμως δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια και τη λογική. Η ποίηση δεν χρησίμευε στους ανθρώπους που είχαν αντικρίσει το φως της λογικής. Δεν έπρεπε λοιπόν να ξοδεύει κάποιος σκέψεις και κόπους αναζητώντας την αλήθεια ενός ποιήματος. Η απόλαυση της ποίησης μάλιστα καταστρεφόταν αν εφαρμόζονταν η λογική στο περιεχόμενο της. Αν ένα παιδί είχε ποιητικές κλείσεις, κατέληγε, οι γονείς έπρεπε να κάνουν τα πάντα για να τις καταπνίξουν. Ο Νεύτωνας αναφερόταν συχνά στα λόγια του δασκάλου του Isaac Barrow σύμφωνα με τον οποίο η ποίηση ήταν ένα είδος ‘έξυπνης ανοησίας’. Ο David Hume ήταν πιο ωμός. Θεωρούσε την ποίηση ως έργο επαγγελματιών ψευτών που ήθελαν να διασκεδάσουν τον κόσμο με φαντασιοπληξίες. Ο Bentham υποστήριζε ότι το κριτήριο για να διακρίνουμε την ποίηση από την πρόζα ήταν ότι στην τελευταία όλες οι γραμμές τελειώνουν στο ίδιο σημείο, ενώ στην ποίηση ορισμένες γραμμές είναι πιο μικρές. Η ποίηση, συνέχιζε, δεν αποδεικνύει τίποτα, είναι γεμάτη συναισθηματισμό και αόριστες γενικότητες. Οι ανόητοι ρυθμοί της μπορούσαν ίσως να ικανοποιήσουν το αυτί ενός άγριου, αλλά αφήνουν αδιάφορο ένα πιο ώριμο πνεύμα.

 

Φαίνεται πως τελικά ακόμα και οι ποιητές αποδέχτηκαν ταπεινά μία υποδεέστερη θέση. Ο John Dryden έγραψε στην απολογία της ηρωικής ποίησης και της ποιητικής αδείας ότι έπρεπε να απολαμβάνουμε τις εικόνες της ποίησης αλλά να μη μας εξαπατά η φαντασία της. Τα καλύτερα λόγια που βρήκε να πει ο Joseph Addison σε υπεράσπιση της ποίησης ήταν πως, αν στην ποίηση ο υλικός κόσμος παρουσιαζόταν μονάχα με τις ιδιότητες που κατέχει στην πραγματικότητα, θα πρόσφερε πολύ άχαρες και καθόλου ευχάριστες ποιητικές μορφές. Ευτυχώς η ευγενική θεία πρόνοια είχε δώσει τη δύναμη στην ύλη να καλεί μία ολόκληρη αλυσίδα από ευχάριστες φανταστικές ποιότητες έτσι που το μυαλό των ανθρώπων να απολαμβάνει τις αισθήσεις που του αρέσουν. Ο διδάκτορας της λογοτεχνίας του 18ου αιώνα Samuel Johnson προτιμούσε την ειρωνεία. Η ποίηση, έλεγε, είναι η τέχνη τού να συνδυάζεται η ευχαρίστηση με την αλήθεια, με την επίκληση της φαντασίας σε βοήθεια της λογικής.

 

Φυσικά η ποίηση ήταν αναγκασμένη να τα υποφέρει όλα αυτά. Η άποψη που επικρατούσε τότε ήταν πως αυτή η τέχνη δεν χρειαζόταν παρά μόνο λίγη αντίληψη, μία σταγόνα φαντασίας και μερικούς κανόνες για να φτάσει στην τελειότητά της. Και οι ποιητές αποδέχτηκαν πως τα δημιουργήματά τους δεν ήταν αλήθειες αλλά ευχάριστα πλάσματα της φαντασίας. Τους ενδιέφερε απλά να προσφέρουν απόλαυση στον κόσμο. Πρόσφεραν στολίδια που είχαν ίσως γούστο αλλά δεν είχαν σημασία ως αλήθειες -ακόμα και για τους ίδιους τους ποιητές. Η τέχνη καταποντιζόταν μέχρι που έφτασε στο σημείο να θεωρείται ως μία ασήμαντη διασκέδαση. Τότε θέλησε, για να δικαιολογήσει την ύπαρξη της, να γίνει πιο φιλοσοφική ή πιο χρήσιμη. Βρέθηκαν λοιπόν αρκετοί ποιητές που αποφάσισαν πως η ποίηση έπρεπε να διδάσκει, να παρουσιάζει συλλογισμούς ή να επιχειρηματολογεί έμμετρα. Δεν υπήρχε ανάγκη να διεγείρει το συναίσθημα, αντίθετα μπορούσε να εξευγενίζει τα πάθη, να απαλύνει τους ανθρώπινους φόβους και να προβάλλει παραδείγματα αρετής.

 

Οι κριτικοί της εποχής δεν έμειναν ικανοποιημένοι που κατάφεραν να υποβιβάσουν την ποίηση σε μία δευτερεύουσα δραστηριότητα. Προσπάθησαν να πετύχουν και σε αυτήν μία μαθηματική αντικειμενικότητα καταστέλλοντας κάθε τι το προσωπικό ή το ατομικό. Πρόσταξαν πρώτα-πρώτα ο ποιητής να είναι και λίγο μαθηματικός. Δήλωνε ο Dryden: ο άνθρωπος πρέπει να γνωρίζει αρκετές επιστήμες και να έχει ένα λογικό, φιλοσοφικό και σε κάποιο βαθμό μαθηματικό πνεύμα, για να μπορεί να είναι ολοκληρωμένος και εξαιρετικός ποιητής. Στις ίδιες επιδράσεις υπέκυψε και το νεαρό αμερικανικό έθνος. Με τα λόγια του Emerson:

 

Δεν ακούμε με την καλύτερη διάθεση τους στίχους ενός ανθρώπου που είναι μόνο ποιητής ούτε τα προβλήματά του αν είναι μόνο αλγεβριστής. Αν όμως είναι κάποιος εξοικειωμένος ταυτόχρονα με τη γεωμετρική θεμελίωση των πραγμάτων και τη γιορταστική λαμπρότητά τους, τότε η ποίησή του είναι ακριβής και η αριθμητική του έχει μουσικότητα.

 

Δεν ήταν περίεργο που οι μαθηματικοί εκτίμησαν το γεγονός ότι η τέχνη, όπως και η επιστήμη, είχε φυσικούς νόμους που μπορούσαν να βρεθούν με τη μελέτη της φύσης. Πραγματικά, ο Dryden είπε κάποτε ότι τα πράγματα που αρέσουν σε όλες τις εποχές αποτελούν μίμηση της φύσης. Την πίστη στους φυσικούς νόμους της ποίησης δήλωσε και ο Pope, στο δοκίμιο για την κριτική λέει:

 

τη φύση ακολούθησε πρώτα από αυτήν να κρίνεις

με το ορθό το μέτρο της που από παλιά ισχύει.

Φύση άσφαλτη και θεία, λαμπρή

ακτίνα αιώνια καθαρή καθολική

χαρίζεις δύναμη ομορφιά ζωή σε όλα εσύ

πηγή της τέχνης και σκοπέ και κρίση τελική.

 

Είναι αρκετά ενδιαφέρον ότι το σύνθημα ‘ακολούθησε τη φύση’ δεν σημαίνει ακριβώς αυτό που σήμαινε στις φυσικές επιστήμες, δηλαδή να ακολουθήσει κάποιος τους μαθηματικούς νόμους της φύσης. Σήμαινε μάλλον, μέσα από την ιστορικά δικαιολογημένη σύνδεση των αρχαίων Ελλήνων με τη φύση, να μιμηθεί τη φόρμα των Ελλήνων κλασσικών. Έτσι έλεγε ο Pope:

 

οι αρχαίοι κανόνες φύση είναι και αυτοί -φύση μεθοδική

που ανακαλύφθηκε αντί από ανθρώπους να φτιαχτεί.

Φύση που ορίζεται και σαν τη λευτεριά είναι συγκρατημένη

από τους νόμους που από αυτή την ίδια είναι δοσμένη.

 

Και όταν του νέου Μάρωνα ο νους ο απέραντος σχεδίασε

έργο που την αιώνια Ρώμη σε ζωή θα ξεπερνούσε

πάνω από του κριτικού τον νόμο ένιωσε ίσως στην αρχή

και αρνήθηκε από της φύσης την πηγή να δροσιστεί.

Μα όταν κοίταξε ξανά την κάθε του στροφή

η φύση, βρήκε, και ο Όμηρος δεν είναι χωριστοί.

 

Όπως και να είχε το πράγμα, όταν ο Pope μετέφρασε την Ιλιάδα, το αποτέλεσμα δεν ήταν Όμηρος αλλά Pope. Όπως παρατηρεί ο Leslie Stevens, στην αγγλική λογοτεχνία και κοινωνία τον 18ο αιώνα, όταν διαβάζουμε σε ένα λόγο όπου ο Αγαμέμνονας καλεί τους Έλληνες να εγκαταλείψουν την πολιορκία

 

Αγάπη καθήκον σιγουριά να φύγουμε καλούνε

είναι της φύσης η φωνή στη φύση υπακούμε,

 

δεν χρειάζεται να μας πει κάποιος ότι δεν ακούμε τον Αγαμέμνονα του Όμηρου, αλλά έναν Αγαμέμνονα που η περούκα του φτάνει μέχρι τη μέση. Και ούτε χρειάζεται να μας πει ότι ακούμε τη φωνή του 18ου αιώνα να διαλαλεί τα πιστεύω της: τη δύναμη του ορθολογισμού και την κυριαρχία του φυσικού νόμου. Έτσι οι κανόνες ή οι νόμοι της ποίησης προήλθαν από τη συνταύτιση της φύσης των αρχαίων και της λογικής, με τρόπο που δεν μπορούσε πια να δεχτεί κάποιος το ένα από αυτά χωρίς να τα δεχτεί όλα. Οι κανόνες της τέχνης έγιναν ‘φύση μεθοδική’.

 

Σύμφωνα με αυτή τη φιλοσοφία υπαγόρευαν το ποιητικό στυλ ο Pope, ο Addison και ο Johnson. Αυστηροί κανόνες έβγαιναν από τη μελέτη των αρχαίων, ενώ οι μεταφράσεις των Λατίνων κλασικών του Dryden έδειχναν τους νόμους της μετρικής μετάφρασης στα αγγλικά. Ο στίχος μπορούσε να γραφεί με κανόνες. Για τη λυρική, τη διδακτική ποίηση, το έπος, το σονέτο, την ωδή, το επίγραμμα δεν χρειαζόταν παρά να τηρήσει κάποιος σωστά τους κανόνες που όριζαν τη μορφή τους αντίστοιχα. Στόχος αυτής της διαδικασίας ήταν η τάξη, η διαύγεια και ισορροπία. Ακόμα άρχισαν να δίνουν σημασία στους γραμματικούς κανόνες και τη δομή των προτάσεων. Οι αρχές της ποιητικής μορφής παρομοιάζονταν με τα αξιώματα των Μαθηματικών επειδή τα αξιώματα καθόριζαν όχι μόνο το περιεχόμενο αλλά και τη μορφή των θεωρημάτων. Ιδιαίτερη ήταν η προτίμηση που έδειχναν στο ηρωικό kupleto χάρη στην ισορροπία και τη συμμετρία του και ακόμα, όσο παρατραβηγμένο και αν φαίνεται αυτό σήμερα, επειδή η μορφή του θυμίζει μία σειρά ίσων αναλογιών. Το ηρωικό kupleto θεωρούνταν το πρότυπο της ρυθμικής κανονικότητας. Η ομορφιά για τους κριτικούς της εποχής ήταν η συμμόρφωση με όλους τους αυστηρούς κανόνες της στιχοποιίας.

 

Οι ποιητές υιοθέτησαν ένα κώδικα που είχε διατυπωθεί ως μία σειρά μαθηματικών προτάσεων ακολουθώντας σχολαστικά τους κανόνες των κριτικών. Η μεγάλη ποίηση έγινε το σωστό γράψιμο ή μάλλον ξέπεσε, δηλαδή εξισώθηκε με την υποταγή στον κώδικα. Έγινε ήρεμη, καλό-τακτοποιημένη και πνευματική. Οι ποιητές ακολουθούσαν την τυπική και αυστηρά ρυθμιζόμενη στιχουργική του Pope, τονίζοντας διάφορα νεοκλασικά ιδανικά όπως τη διαύγεια, το μέτρο, την κομψότητα, την αναλογία και την καθολικότητα, και ποτέ δεν ξεχνούσαν τον σωστό διάκοσμο ώστε να υπάρχει αρμονία θέματος, υλικού και μορφής.

 

Καθώς το πνεύμα της ποίησης ήταν εξίσου προκαθορισμένο με τη μορφή οι ποιητές, έστω και αν συχνά δεν έκρυβαν κάποια ειρωνεία, κατέπνιγαν το συναίσθημα. Ο ενθουσιασμός προκαλούσε φρίκη, η συγκίνηση, η εγκατάλειψη, η παραφορά και ο μυστικός διαλογισμός είχαν περάσει στην παρανομία. Η φαντασία περιοριζόταν δραστικά από τη λογική, σύμφωνα με το απόφθεγμα του Dryden για τον οποίον ήταν ‘μία ικανότητα τόσο άγρια και άνομη ώστε πρέπει, όπως και στα γοργοπόδαρα σκυλιά, να δένονται τα πόδια της για να μην τρέχει πιο γρήγορα από την κρίση’. Τα τραγικά θύματα της νέας λογοτεχνικής ατμόσφαιρας που δημιουργούσε το κοινό γούστο ήταν οι μεγάλες τραγωδίες. Η ένωση καρδιάς και μυαλού, η σύνθεση σκέψης και αισθήματος καταστράφηκαν κυριολεκτικά.

Δημήτρης Γαβαλάς

O Δημήτρης Γαβαλάς γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1949. Σπούδασε Μαθηματικά, Κυβερνητική και Συστήματα Αυτομάτου Ελέγχου σε μεταπτυχιακές σπουδές και Ψυχολογία του Βάθους σε ελεύθερες σπουδές. Εκπόνησε Διδακτορική Διατριβή με θέμα τα Μαθηματικά, τη Θεμελίωση και τη Διδακτική τους. Αρχικά εργάστηκε ως Επιστημονικός Συνεργάτης στο Πανεπιστήμιο Πατρών και ως Ερευνητής στο Κέντρο Ερευνών «Δημόκριτος». Στη συνέχεια εργάστηκε στην εκπαίδευση ως καθηγητής Μαθηματικών. Συνεργάστηκε με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (στη συγγραφή Προγραμμάτων Σπουδών & σχολικών βιβλίων και σε άλλα εκπαιδευτικά θέματα). Εργάστηκε επίσης στη Βαρβάκειο Σχολή, και συνέχισε ως Σχολικός Σύμβουλος. Για το πνευματικό του έργο, έχει τιμηθεί από τον Δήμο Κορινθίων. Το δοκίμιό του για τον Οδυσσέα Ελύτη έλαβε κρατική διάκριση, ενώ το ποίημα «Φανταστική Γεωμετρία» περιελήφθη στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β΄ τάξης του Γυμνασίου.

Έργα του Δημήτρη Γαβαλά:

Ποίηση

Σπουδές. Αθήνα, 1973.
Μετάβαση στο Όριο. Αθήνα, 1974.
Ανέλιξη. Αθήνα, 1975.
Δήλος. Αθήνα, 1976.
Εσωτερική Αιμομιξία. Αθήνα, 1977.
Η Πάλη με το Άρρητο. Αθήνα, 1978.
Ελεγείο. Αθήνα, 1979.
Τα Εξωστρεφή. Αθήνα, 1980.
“Η Του Μυστικού Ύδατος Ποίησις“. Αθήνα 1983.
Το Πρόσωπο της Ευτυχίας. Κώδικας, Αθήνα, 1987.
Απλά Τραγούδια για έναν Άγγελο. Κώδικας, Αθήνα, 1988.
Φωτόλυση. Κώδικας, Αθήνα, 1989.
Ακαριαία. Κώδικας, Αθήνα, 1994.
Σύμμετρος Έρωτας Ή Τα Πρόσωπα του Αγγέλου. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1996
Άγγελος Εσωτερικών Υδάτων. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1998.
Το Λάμδα του Μέλλοντος. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2003.
Ποιήματα 1973-2003: Επιλογή. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2004.
Ου Παντός Πλειν. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2006.
Στη Σιωπή του Νου. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2013.
Δίχως Μαγνητόφωνα Φωνόγραφους Δίσκους και Μαγνητοταινίες. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2016.

Δοκίμιο

Η Εσωτερική Διαλεκτική στη «Μαρία Νεφέλη» του Οδυσσέα Ελύτη. Κώδικας, Θεσσαλονίκη, 1987. (σσ. 94).
Ψυχο-Κυβερνητική και Πολιτική: Αναλυτική Θεώρηση του Πολιτικού Φαινομένου. Κώδικας, Αθήνα, 1989. (σσ. 40).
Αισθητική και Κριτική Θεωρία των Αρχετύπων: Θεωρητικά Κείμενα και Εφαρμογές. Κώδικας, Αθήνα, 1999. (σσ. 202).

Μετάφραση – Εισαγωγή – Σχόλια
Nicoll, M. Ψυχολογικά Σχόλια στη Διδασκαλία του Γκουρτζίεφ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1997. (σσ. 96).


Επιστημονικά Βιβλία

Πρότυπα και Χαρακτήρας Κυβερνητικών Συστημάτων: Συμβολή στη Θεωρητική Κυβερνητική – Ένα Μαθηματικό Μοντέλο. Πάτρα, 1977 και Αθήνα, 1993 . (Διδακτορική Διατριβή). (σσ. 250).
Η Θεωρία Κατηγοριών ως Υποκείμενο Πλαίσιο για τη Θεμελίωση και Διδακτική των Μαθηματικών: Συστημική Προσέγγιση της Εκπαίδευσης. Πάτρα, 2000. (Διδακτορική Διατριβή). (σσ. 350).
Θέματα από τα Σύγχρονα Μαθηματικά 1: Μη-συμβατική Ανάλυση, Ασαφή Σύνολα, Η έννοια της Μη-διακριτότητας. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2005. (σσ. 190).
Θέματα από τα Σύγχρονα Μαθηματικά 2: Πρώτη Μύηση στη Θεωρία Κατηγοριών. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2006. (σσ. 330).
Το Αρχέτυπο του Τυχερού Παιχνιδιού: Για την Τύχη, τη Μαντική και τη Συγχρονότητα Σύμφωνα με τις Απόψεις των C. G. Jung και M.- L. von Franz. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2006. (σσ. 280). (Σε συνεργασία).
On Number’s Nature. Nova Publishers, NY, 2009 (pp. 70).
Συστημική: Σκέψη και Εκπαίδευση – Συμβολή στο Ζήτημα της Εκπαίδευσης. Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2011. (σσ. 310).
Αρχετυπικές Μορφογενέσεις. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2012.
Θέματα από τα Σύγχρονα Μαθηματικά 3: Για τη Φύση του Αριθμού. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2012. (σσ. 360).
Αρχέτυπο: Η Εξέλιξη μιας Σύλληψης στον Τομέα της Γνώσης. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2015. (σσ. 320).
Κυβερνητική: Αναζητώντας την Ολότητα. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2016. (σσ. 400).

Κρατικά Σχολικά Βιβλία
Οδηγίες για τη Διδασκαλία των Μαθηματικών στην Α΄ Τάξη Λυκείου. (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1997.
Μαθηματικά Θετικής Κατεύθυνσης για τη Β΄ Τάξη Λυκείου. (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1998 – 2015.
Λογική: Θεωρία και Πρακτική για τη Γ΄ Τάξη Λυκείου. (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1999-2015.
Οδηγίες για τη Διδασκαλία των Μαθηματικών στο Γυμνάσιο και το Λύκειο (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1998 – 2008.
Μιγαδικοί Αριθμοί. Κεφάλαιο στο: Μαθηματικά Θετικής Κατεύθυνσης για τη Γ΄ Τάξη Λυκείου (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1999-2015.



Δημοσίευσε επίσης πλήθος άρθρων σε εφημερίδες και περιοδικά για θέματα εκπαίδευσης, πολιτικής, λογοτεχνίας κτλ.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.