You are currently viewing Κωστής Καπελώνης: Παραμύθι, που μπορεί και να μην είναι

Κωστής Καπελώνης: Παραμύθι, που μπορεί και να μην είναι

Το θεατρόφιλο κοινό κατακλύζει τα θέατρα, ένα προεδρικό διάταγμα έχει βγάλει τους καλλιτέχνες διαμαρτυρόμενους στους δρόμους, μια τροπολογία επιχειρεί να διορθώσει τα αδιόρθωτα αλλά δεν το καταφέρνει, προεκλογικές πομφόλυγες και υποσχέσεις ότι όλα θα διορθωθούν μετά τις εκλογές, φλέγοντα θέματα πολιτισμού σέρνονται άλυτα, το αρμόδιο υπουργείο -με αλλεπάλληλους υπουργούς- βάζει μόνο διαχειριστικές προτεραιότητες, η χώρα που εφηύρε το Θέατρο και τη Δημοκρατία αδιαφορεί για το θέατρο και τη δημοκρατία, και όχι μόνον οι κυβερνήσεις, η Ποίηση που μας έφερε δυο Νόμπελ απομακρύνεται από την Τέχνη, τα ρεπερτόρια χρησιμοποιούν ονόματα για να προσελκύσουν εισιτήρια, η τηλεόραση επίσης, η γηγενής παραφωγή απαξιώνεται, (σπαράγγια από το Περού, λεμόνια Αργεντινής, μανιτάρια Πολωνίας, παραστάσεις αντιγραμμένες από την Ευρώπη), όλα φαίνεται να βουλιάζουν στο τέλμα, κάποια μειοψηφία ως συνήθως αντιστέκεται, αλλά «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή», που ελάχιστοι είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν,

επομένως…

θα σας πω ένα παραμύθι:

«Της συκιάς το γάλα»

 

            Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε σ’ ένα χωριό, όχι μακρυά από ’δώ, τρεις γαλατάδες και πουλούσαν γάλα. Τ’ αγοράζανε από τους βοσκούς από τα όρη, παζαρεύανε την τιμή για να βγάλουνε διάφορο, να πορεύουνται. Κάνανε αγώνα, ποιος θα βγάλει πιο πολλά κι όλο ανεβάζανε την τιμή που το πουλούσανε. Ο κόσμος αγόραζε, τι να κάμει, στην τιμή που κανονίζανε αυτοί μεταξύ τους. Όμως, ο ένας γαλατάς επάντρεψε την κόρη του μ’ ένα παλικάρι απ’ το χωριό, έξυπνο και θαρρετό, που’χε κάμει και τρεις τάξεις του Δημοτικού.

Είπε λοιπόν ο γαμπρός στον πεθερό του “Πεθερέ, να φτηνήνουμε το γάλα, να το παίρνει ο κόσμος πλιο πολύ, που τώρα δεν του φτάνουν τα λεφτά και παίρνει λίγο. Κι οι βοσκοί θα δίνουνε το πλιο πολύ σε μας και δε θα ψάχνουν αγορά όξω από το χωριό, που τους εκμεταλλεύουνται και τους το παίρνουνε μπιρ παρά!

Έτσι και το κάμανε. Συνοννοηθήκανε και με το φούρναρη απέναντι, να του δίνουνε, να πουλεί κι αυτός, να βγάζει κανά γρόσι. Ελπίζανε -και φοβόσαντε βέβαια- πως κι οι άλλοι δυο γαλατάδες θα κάνανε το ίδιο, αλλά δεν πειράζει… Ο κόσμος να πίνει γάλα, οι βοσκοί να’ναι ικανοποιημένοι κι αυτοί, δεν πειράζει, ας βγάνουνε λίγα, φτάνει να’ναι ευχαριστημένο το χωριό. Όμως οι άλλοι δυο γαλατάδες, ήσανε φιλοχρήματοι και από τη φιλοχρηματία τους δε θέλανε να κατεβάσουν τις τιμές. Και για να μην τους δημιουργήσει πρόβλημα ο άλλος γαλατάς με το γαμπρό του, συνοννοηθήκανε μεταξύ ντος, ο ένας να πουλάει τη μια μέρα μισό γρόσι παραπάνω, την άλλη ο άλλος, για να μη χάσουνε την πελατεία. Αλλά, παραλλήλως, αρχινίσανε να διαδίδουνε, πως το φτηνό γάλα δεν είναι καλό, γιατί ’ναι από πρόβατα που τρώνε πικρόχορτο. Κι οι χωριανοί, που δεν καταλαβαίνανε και πολλά, τους πιστέψανε και σιγά-σιγά, ούτε απ’ το φούρνο ψωνίζανε, ούτε από του άλλου του γαλατά. Έτσι η σπουδαία ιδέα του γαμπρού του γαλατά, το μόνο που κατάφερε, ήταν να καταστρέψει την οικογενειακή επιχείρηση.

Επέρασε κάνας χρόνος, ο κόσμος αγόραζε κι έπινε, όσο γάλα έφταναν τα γρόσια του, οι δυο γαλατάδες πλουτίζανε κι οι βοσκοί το περίσσιο γάλα το πουλάγανε κοψοχρονιάς.

Ο έμπορας από το διπλανό χωριό, που ήτανε πλιο πονηρός, αυτός ο ίδιος που αγόραζε το περίσσιο γάλα κοψοχρονιάς και το πουλάγε φτηνό στο δικό του το χωριό, εσκέφτηκε πονηρά “αντί να πουλώ στο χωριό μου φτηνά, δεν πάω στο διπλανό χωριό να πουλώ, που ’ναι καλύτερες οι τιμές;” Και μια και δυο φορτώνει πρωί-πρωί το φορτηγάκι του και φτάνει στην πλατεία του διπλανού χωριού με το φτηνό του το γάλα. Αλλά, επειδή είχε μάθει την ιστορία με τον άλλο γαλατά, δε πούλαγε και πολύ φτηνά, για να μην πουν, πως και το δικό του το γάλα είναι από πικρόχορτο. Οι χωριανοί, που δεν καταλαβαίνανε και πολλά πολλά, ε, για να κάνουνε και λίγη οικονομία, πηγαίνανε σ’ αυτόνε κι αγοράζανε. Ε, όπως και να το πεις, ήτανε συφερτικό. Έτσι, σιγά σιγά, σε κανα μήνα δεν αγοράζανε μπλιο από τους δικούς τους τους δυο γαλατάδες, αλλά από το φορτηγάκι του Κυρ-Πονηρού. Οι δυο γαλατάδες αγοράζανε όλο και λιγότερο γάλα από τους βοσκούς, που έτσι τους περίσσευε πλιο πολύ γάλα, που το ’παιρνε ο Κυρ-Πονηρός μισοτιμής κι ακόμη πλιο κάτω. Έτσι ο Κυρ-Πονηρός επλούτιζε ακόμη πλιο πολύ κι οι δυο γαλατάδες πηγαίνανε από το κακό στο χειρότερο, ώσπου σε κάνα χρόνο εφαλίρανε κι αυτοί. Οι βοσκοί δεν εβγαίνανε, ακριβαίνανε κι οι ζωτροφές, πολύ το περίσσιο γάλα που δίνανε μισοτιμής και πλιο κάτω, ώσπου αρχίσανε σιγά-σιγά να σφάζουνε τα πρόβατά τος, για να κάμουνε οικονομία στις θροφές. Λιγόστεψε το γάλα, που είχανε για πούλημα οι βοσκοί στα όρη, αλλά ο Κυρ-Πονηρός, είχε το φορτηγάκι και μπορούσε να πάει και πλιο μακριά, να βρει φτηνό γάλα, ν’ αγοράσει, να το φέρνει στο χωριό, να το πουλεί.

Κι έτσι οι βοσκοί, στενεμένοι από την οικονομική κατάσταση, σφάξανε σιγά-σιγά όλα τα πρόβατα και τι να κάνουνε μπλιο στο χωριό, μαζέψανε ό,τι είχανε και δεν είχανε και πήγανε σ’ άλλο χωριό, να κάμουνε άλλες δουλειές. Όμως, φεύγοντας οι βοσκοί, εκόψανε κι άλλες δουλειές στο χωριό, ο χαλκιάς δεν επούλαγε ψαλίδια και κουδούνια, ο γανωτζής καρδάρες και τσικάλια, ο μυλωνάς αλεύρι και σε κάνα χρόνο ακόμη, δεν μπόραγε κανείς να ζήσει απ’ τη δουλειά του στο χωριό κι ένας-ένας τα μάζευε, να πάει σ’ άλλα μέρη, να κάμει καμμιά δουλίτσα να ζει.

Έτσι, ερήμαξενε το χωριό κι απόμειναν άδεια τα σπίτια κι οι αυλές και βρήκαν τρόπο οι συκιές να φυτρώσουν και ν’ αγριέψουν και να σκεπάσουνε το χωριό.

Επειδής οι συκιές αυτουνού του χωριού γεννήκαν απ’ το γάλα, άμα τους κόψεις κάνα φύλλο ή κλαδί, δακρύζουνε πικρόγαλο, για να θυμίζουνε στον κόσμο τούτο το παραμύθι του χωριού, που ρήμαξε από την απληστία δυο γαλατάδων.

Υ.Γ. Στην τρέχουσα επικαιρότητα, σκέφτομαι μια λύση, για την αναβάθμιση των καλλιτεχνικών σπουδών και θα την πω, έτσι, σαν προσφορά σε μια συζήτηση, που δεν έγινε πότε:

α. Πανεπιστημιακές σχολές παραστατικών τεχνών εξαετούς φοίτησης και μετά μεταπτυχιακά δύο ή τρία χρόνια για ειδικότητα (π.χ. Σκηνοθεσίας ή διδασκαλίας θεάτρου), όπως πχ στους γιατρούς, με όσο το δυνατόν λιγότερους εισακτέους.

β. Παράλληλα, ιδιωτικές σχολές καλλιτεχνικής τριετούς φοίτησης, που θα ελέγχονται ουσιαστικά -και όχι τύποις- από το αρμόδιο υπουργείο. Όσες σχολές θα πληρούν κάποιες υψηλές προδιαγραφές, να επιχορηγούνται από το κράτος, έτσι ώστε να επιλέγουν μικρό αριθμό σπουδαστών, για τα κρατήσουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο σπουδών.

γ. Με κατατακτήριες εξετάσεις οι απόφοιτοι των ιδιωτικών σχολών να εισέρχονται στο τρίτο ή τέταρτο έτος των πανεπιστημιακών.

δ. Οι παραγωγοί καλλιτεχνικών παραστάσεων να είναι υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν σπουδαγμένους καλλιτέχνες και όχι ούφο ή ερασιτέχνες.

Ό,τι λιγότερο από αυτά, θα είναι πάλι προβληματικό, όπως ακριβώς τα ηλικίας πενήντα ετών ελλειπή νομοθετήματα, που ποτέ δεν εφαρμόστηκαν σύμφωνα με το πνεύμα του νομοθέτη, αλλά σύμφωνα με τα μικροσυμφέροντα και τις επιμέρους επιλογές σχολών και “σχολών”, με την ανοχή ή την αδιαφορία των εποπτικών οργάνων.

 

 

(Στις φωτογραφίες από το αρχείο μου, πορτοπαράθυρα ενός παραμυθένιου χωριού)

 

 

 

Κωστής Καπελώνης

Κωστής Καπελώνης Ο Κωστής Καπελώνης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1952. Σπούδασε Μαθηματικά στο Πανεπιστημίο Αθηνών και θέατρο στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Tέχνης Kαρόλου Kουν. Διετέλεσε Kαλλιτεχνικός Διευθυντής του ΔHΠEΘE Kρήτης, υπηρέτησε στο Kρατικό Θέατρο Bορείου Eλλάδος και το 2002 ίδρυσε τον θίασο “Θ όπως Θέατρο”. Από το 1994 έχει σκηνοθετήσει πάνω από 50 παραστάσεις – μεταξύ των οποίων Το Παραμύθι από Χαρτί που τιμήθηκε με το βραβείο δραματουργίας Κ. Κουν 2003. Έχει εκδώσει αρκετά βιβλία, έχει γράψει στίχους για τραγούδια και έχει ασχοληθεί με τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Είναι διευθυντής της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης και εργάζεται ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, σχεδιαστής φωτισμών κλπ.

This Post Has 4 Comments

  1. ΜΚ

    αλήθεια, το κοινό κατακλύζει τα θέατρα; οι ηθοποιοί/τα θέατρα και οι αρχαιολόγοι/τα μουσεία γιατί διαμαρτύρονται μόνο τώρα και μόνο για τα συμφέροντά τους και όχι και πιο πριν για τα άδικα μέτρα που απέκλειαν τους ανεμβολίαστους θεατρόφιλους και μουσειόφιλους από τις παραστάσεις/εκθέσεις τους; γιατί δεν διαμαρτυρήθηκαν όλοι αυτοί οι ”ευαίσθητοι” συμπολίτες μας για τα όπλα που έστειλε στην γείτονα χώρα αυτή η κυβέρνηση, για τους υγειονομικούς που απέλυσε ή τους συνταξιούχους που εκβίασε με πρόστιμο;

  2. ΜΚ

    Υ.Γ. ”η φύση απεχθάνεται το κενό” είχει πει ο Αριστοτέλης… και τώρα που παραιτήθηκαν οι καθηγητές του εθνικού θεάτρου, οι ”άριστοι” θα καλύψουν τις κενε΄ς θέσεις με θειους και θειες…

  3. ΜΚ

    Υ.Γ. 2 α ναι, ξεχασα να πω και το πιο σημαντικο κατ’ εμέ … ότι όλα καταληγουν στο ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ. ε, και απο κει μας δινουν και καμια επιχορηγησουλα να κανουμε καμια παρασταση, γιατι πώς αλλιώς να ζησουνε τα θεατρα μας, τα φεστιβαλ μας; πως αλλιως θα κανουμε καμια εκθεση ή καινουριο/α κτιριο/πτερυγα για τα μουσεια μας κοκ… μα ολα πρεπει να ειναι κομμενα και ραμμενα στα μετρα του ΤΟΥΡΙΣΤΑ για να δει και να χαρει ο ”μουσαφιρης” μας, ο οποιος είναι και παρεξηγημενος σαν εννοια, γιατι δλδ και ‘μεις τουριστες δεν ειμαστε πια μεσα στην πολη μας;;; αυτόψ άλλωστε δεν μας επιτασσουν τα λαιφταιλ σαϊτς και περιοδικα;;; για να την περναμε καλυτερα βρε αδερφε! γιολο!

  4. ΜΚ

    Υ.Γ. 3 επιτέλους το όραμα της Μελίνας της γνωστής ηθοποιού και ταλαντούχας πολιτικού, έγινε πραγματικότητα και σε λίγο θα μπορούμε να αυτοπροσδιοριζόμαστεε και ως Τουριστάν. μπράβο μας!

Γράψτε απάντηση στο ΜΚ Ακύρωση απάντησης

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.