You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Για την Αγάπη

Ανθούλα Δανιήλ: Για την Αγάπη

Του Αγίου Γεωργίου ανήμερα, μεθεόρτια  και για πάντα …

στους Γιώργηδες της παρέας

 

Αυτές τις μέρες διάβαζα δεπέλλιχους αγάπης… Διάβασα κι άλλα πολλά. Άρχισα από τον περίφημο ύμνο του Αποστόλου Παύλου για την αγάπη στην Προς Κορινθίους Α΄ Επιστολή, πήγα στον στίχο του  Διονυσίου Σολωμού από την «Ημέρα της Λαμπρής»:

Φιληθείτε γλυκά χείλη με χείλη/ πείτε Χριστός Ανέστη εχθροί και φίλοι

Θυμήθηκα και τον φοβερό Ριχάρδο Γ΄ :

 το χέρι τούτο, που  για την αγάπη σου σκότωσε  την αγάπη σου, για την αγάπη σου /μια πιο πιστή αγάπη θα σκοτώσει… (εδώ ταιριάζει εκείνο του «ου»!!!), μα η αγάπη δεν κάνει εγκλήματα και ο Σαίξπηρ πολύ καλά το ξέρει.

Τις μέρες του Πάσχα και μετά το Πάσχα η αγάπη έχει την τιμητική της. Και πότε βέβαια δεν την έχει; αλλά μερικές φορές τη βλέπουμε να μοιράζεται  λεκτικώς  και τυπικώς και ανεξόδως, όπως π.χ. «σου στέλνω την αγάπη μου» ή «με την αγάπη μου», ενώ, άλλοτε κρύβεται γιατί ντρέπεται ή δεν ομολογείται, αλλά υπονοείται, άλλοτε φοβόμαστε μην και μας πουν ρομαντικούς, όπως είπε ο Καβάφης τους Ελλαδικούς…

Έχοντας όρεξη να παίξω, θα σταθώ λίγο πιο έξω από τον χορό των συγγενών και τον χώρο τον οικογενειακό,  όπου και άλλοι άνθρωποι  κινούνται κυκλικά που νιώθουν την αγάπη αληθινά και την εκδηλώνουν αυθόρμητα και ζεστά.

Θέλω να πάω στους ποιητές και στους τραγουδιστές. Όλοι για την αγάπη μιλούν είτε υπάρχει είτε λείπει. Όταν λείπει είναι συμφορά κι αφήνει μεγάλο αποτύπωμα στην ψυχή και το πρόσωπο σκοτεινιάζει, κι όταν υπάρχει αφήνει μεγάλο αποτύπωμα στην καρδιά και το πρόσωπο λάμπει, λέει ο Σολωμός :

λάμπει το ασήμι, λάμπει το χρυσάφι/ από το φως που χύνουνε οι λαμπάδες·

κάθε πρόσωπο λάμπει απ’ τ’ αγιοκέρι /οπού κρατούνε οι Χριστιανοί στο χέρι. Γιατί  είναι ημέρα της Αγάπης.

Αυτό το κερί που λάμπει στο πρόσωπο δεν είναι μια εικόνα που έχει ζωγραφίσει ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος με το παιδί που φυσάει το κερί και λάμπει του το χέρι, το πρόσωπο και η ψυχή, ώστε να αναρωτιέσαι ποια είναι του φωτός η πηγή; Το κερί ή το φως, όπως πιστεύει ο λαός που έρχεται από τον Ναό της Αναστάσεως, από τον Άγιο Τάφο, από τα Ιεροσόλυμα,  από την αγάπη του Χριστού;

 Αγάπη εσύ χαρά της γης και τ’ ουρανού   ευλογία… την αποκάλεσε ο Παλαμάς, Άνω και κάτω η οδός της αγάπης είναι μία και είναι ο συμβολισμός που έχει σημασία και όχι η κυριολεξία… Όταν δεν σε συνδέει ούτε το αίμα ούτε η παιδική ηλικία ούτε οι συναναστροφές, ούτε η θρησκεία,  ωστόσο το αγαθό σού  προσφέρεται με ευγένεια, με χαρά, με ήθος και όχι μόνο με λόγια, αλλά και με έργα, εμπράκτως, τότε νιώθεις τη μεγάλη της αγάπης σημασία. Εκείνο το «εμπράκτως» είναι που μετράει και  συγκινεί ιδιαιτέρως  και δεν έχει βεβαίως να κάνει με κάποιο είδος συναλλαγής.

Βέβαια είναι και  ο πάντα σκυθρωπός εκείνος ο Σεφέρης που λέει πως στο βάθος κάθε αισθήματος αναρωτιέσαι αν είναι αληθινό, κι αυτή η υποψία μας κλονίζει  ή ενισχύει και τη δική μας φιλοσοφική αναπάντητη απορία, αλλά θα τον προσπεράσω τον βαρύθυμο ποιητή, έχει κι αυτός τους λόγους του και πάντα θα υπάρχουν λόγοι για να αναρωτιέται κανείς και να πενθεί:

Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται

Χωρίς εμάς, και τραγουδώ τ’ άλλα που πέρασαν

Εάν είναι αλήθεια  

 

Να τος και ο Ελύτης που έριξε κι εκείνος τη σπορά του στο περιβόλι των αμφισβητήσεων  –Εάν είναι αλήθεια– ότι δεν ήταν ένα όνειρο, ότι  δεν απατήθηκε η ακοή μου, η αίσθησή μου, ότι δεν χαράμισα τζάμπα τον νεανικό μου και αγνό ενθουσιασμό…

Ή μήπως και ο ένας ποιητής και ο άλλος αναρωτιούνται για κάτι που, επειδή είναι τόσο ωραίο τους φαίνεται σαν ψέμα… Από την άλλη λέμε πως το όνειρό μου ήταν σαν αληθινό… Αλλά ο κρυμμένος Καβάφης  λέει ότι  το ’χει σίγουρο πως όλα τέλειωσαν και ο επιζών Σαββόπουλος το είχε εγκαίρως καταλάβει πως εγώ ήμουν το θύμα.

Και επιστρέφω στον ανώνυμο τραγουδιστή που κάνει την ευχή να  γίνεται αλήθεια· ο Κωνσταντής καβάλα στο άλογο ακριβώς όπως το λένε οι στίχοι,

 

Κάνει το σύννεφο άλογο και τ’ άστρι χαλινάρι

Και το φεγγάρι συντροφιά και πάει να της την φέρει

 

την Αρετή πάει να φέρει που…

 

Βρίσκει την και χτενίζουνταν όξου στο φεγγαράκι… προσμένοντας τον Κωνσταντή να ’ρθει από τον ουρανό, και όπως σε ελαφρά παραλλαγή εκφράζεται η ευχή στο λιανοτράγουδο:

 

                           Να ’χα το σύννεφο άλογο και τα άστρι χαλινάρι

                          Το φεγγαράκι της αυγής να ’ρχόμουν κάθε βράδυ

 

Αν μ’ αγαπάς κι ειν’ όνειρο ποτέ να μη ξυπνήσω

                           γιατί με την αγάπη σου ποθώ να ξεψυχήσω

 

και έτσι αισθαντικά το έχει αποδώσει η Φλέρυ Νταντωνάκη με τον Ψαριανό που τον  βλέπεις τον Κωνσταντή να έρχεται και από αδελφός – στο «Τραγούδι του νεκρού αδελφού»- να μεταμορφώνεται σε εραστή – στο λιανοτράγουδο- εικόνα που μας έχει αποδώσει η Σαπφώ, κοιτάζοντας κι εκείνη τον ουρανό προσμένοντας τον έρωτα

 ελθοντ’ εξ οράνω πορφυρίαν περθέμενον χλάμυν

Έρχεται με κατακόκκινη χλαμύδα και αρχαγγελικό διασκελισμό που έχουν οι Άγγελοι του Θεού, όπως τους εικονογράφησαν οι αγιογράφοι στις  Εκκλησίες και ο Ελύτης στα κολλάζ του.

Η αγάπη είναι αντανάκλαση. Πηγάζει από την καρδιά του άλλου και αντιφεγγίζει στη δική σου. Και, για όσο αντιφεγγίζει, όλα είναι Παράδεισος. Παράδεισος να έχεις πλάι σου ανθρώπους που αγαπάς και σε αγαπούν, που  είναι ευγενείς, καλόκαρδοι, μεγαλόψυχοι, πολιτισμένοι, πρόθυμοι, πρόσχαροι, χαριτωμένοι, φιλότιμοι, και μορφωμένοι, γιατί οι σπουδασμένοι ενδέχεται να είναι απλώς σπουδασμένοι… Η ταυτολογία υπαινίσσεται μια μεγάλη ποικιλία αλλά δεν θα ασχοληθώ. Όταν κάποιος ενοχλεί εγώ σιωπώ, δεν απαντώ.

Η σιωπή του Αίαντα, λέει ο Λογγίνος στο Περί Ύψους,  είναι μεγαλύτερης σημασίας από τα λόγια που θα έλεγε εκείνη την τραγική ώρα ο ήρωας· είναι η σιωπή στον Αίαντα, παρόμοια με τη σιωπή της Ευρυδίκης όταν άκουσε ότι αυτοκτόνησε ο γιος της, πλάι στη νεκρή Αντιγόνη. Άλλης ποιότητας σιωπή αυτή … Για τον αληθινά αγαπημένο τολμάς να βάλεις το χέρι σου στη φωτιά και δεν φοβάσαι μην καείς… αν και καίγεσαι συχνά… Πάντως καλύτερα να καείς γιατί έτσι μαθαίνεται η ζωή:

                   Φωτιά ωραία φωτιά καίγε μας λέγε μας στη ζωή

Εκείνη η φράση «Από τον καρπό φαίνεται το δέντρο» είναι σοφή… την είπε ο Ιησούς του Τζεφιρέλι, όταν ο Ιούδας του ζήτησε να τον πάρει μαζί του. Βεβαίως, κανείς δεν είναι τέλειος, αλλά συχνά πολλοί  από μέσα τους σκέφτονται, πως όλα πληρώνονται κι αναρωτιούνται, καρυωτακικά,  «πόσο κάνει» το υπερούσιο μέταλλο… της αμερικανικής Ελευθερίας, ας πούμε,  και σε κοιτάζουν ύποπτα γιατί δεν πιστεύουν στην ανιδιοτέλεια, στην προσφορά χωρίς συμφέρον και χωρίς κέρδος,  κυρίως χωρίς κέρδος υλικό, χρηματικό -το τονίζω και το υπογραμμίζω αυτό- και  είναι ωραία,   εσύ που έκανες ό,τι έκανες ανιδιοτελώς, να βλέπεις το καλό να σου επιστρέφει, χωρίς να το περιμένεις. Κι αυτό γίνεται από αγάπη. Η αγάπη επιστρέφει. Εγώ, άνθρωπος κανονικός, ούτε αλάθητος ούτε αναμάρτητος και όποιος θέλει ας βάλει τον λίθον πρώτος∙ έχω μαγέψει τα άγρια και επιθετικά ένστικτα, τα έχω ναρκώσει με μουσικές και ποιήματα…και νομίζω πως τα έχω νικήσει και είναι ευτυχισμένα, αλλά …. δεν θέλει και πολύ για να ξυπνήσει το θηρίο….

Η αγάπη, χρηστεύεται ου ζηλοί και  χαίρεται με την χαρά του άλλου. Εκείνα τα «συγχαρητήρια» σημαίνουν στην  κυριολεξία τη χαρά μας που είναι ίδια με εκείνου που για κάποιον σημαντικό λόγο χαίρεται και εμείς συν-χαίρουμε μαζί του.

Η ζωή φέρνει πολλούς ανθρώπους στον δρόμο μας. Με κάποιους  η σχέση σταματά μόλις πάρουν τέλος οι συνθήκες που μας έφεραν κοντά, μια συνεργασία π.χ. Με κάποιους άλλους όμως δεν τελειώνει τίποτα. Όταν το βλέμμα διασταυρωθεί, μια λέξη ειπωθεί – πάρε τη λέξη μου δωσ’  μου το χέρι σου- λέει ο Εμπειρίκος, η θερμοκρασία ανεβαίνει λόγω  ψυχομετρικού υψηλού, λόγω  καθαρών ψυχικών ουρανών δηλαδή.

Σήμερα λοιπόν, λίγες μέρες μετά του Αγίου Γεωργίου του τροπαιοφόρου και τις ευχές,  γράφω για την  αγάπη γενικώς, με αφορμή τους Γιώργηδες με τον ποιητικό αρχαγγελικό διασκελισμό, εκείνον που είπα παραπάνω και μοιάζει  σαν λεβέντικος δεκαπεντασύλλαβος ή δεπέλλιχος, αλλά και σαν μικροσκοπικός κομψός χαϊκούδικος ή ελεύθερος, με φτερά στους ώμους, σαν βεντάλιες ανοιχτές. Γράφω για τους Γιώργηδες, για τη μία και  μοναδική Πηνελόπη, πιστή εδώ και τριάντα πέντε χρόνια, για τον Χρήστο που ποτέ δεν έλειψε από το τραπέζι των ποιητικών συσκέψεων εδώ και σαράντα τόσα χρόνια, και εννοείται πως αφήνω άλλους αρκετούς, τους οποίους θα θυμηθώ στη δική τους τη γιορτή…  Όμως δεν θα ξεχάσω τον Τζορτζ Γκόρντον Νόελ Μπάιρον –Γιώργος και αυτός-  που σαν κύκνος, τραγούδησε και πέθανε στο Μεσολόγγι, στα τριάντα έξι του, πριν 201 χρόνια, στις 19 Απριλίου 1824.

Επανέρχομαι στους ζωντανούς Γιώργηδες και απευθύνω χαιρετισμούς με νότες και πεντάγραμμα στην αγάπη της νιότης μου, της τότε και της τωρινής: Γιώργος Νταλάρας, ας πούμε, «Αχ, χελιδόνι μου»… Μανώλης Μητσιάς: «Με λένε Γιώργο…» «κι επειδή σ’ αγαπώ τα φτερά ξαναράβω στους ώμους, ξαναβγαίνω με τσέρκι στους δρόμους…».  Γιώργος Μητσάκης: «Όπου Γιώργος και μάλαμα». Αφήνω απέξω την «Κυρά Γιώργαινα», μέρες που είναι, να μην κολαστώ,  και παραμένω στην «Αγάπη». Μωράκης –Σοφία Λόρεν: «Τι ’ν αυτό που το λένε  αγάπη, τι ’ν αυτό, τι ’ν αυτό;». Χατζιδάκις-Μελίνα: «Αγάπη που ’γινες δίκοπο μαχαίρι» κι ακόμα: «Εφτά τραγούδια θα σου πω για να διαλέξεις το σκοπό που θα μου πεις για να σου πω το σ’ αγαπώ»,  Μελίνα αθάνατη… Γιάννης Σπανός -Τάνια Τσανακλίδου: «Αν μ’ αγαπάς θα κλέψω χρώμα της φωτιάς και λευκό πανί». Ελευθερία  Αρβανιτάκη:  «Θα σπάσω κούπες για τα λόγια που ’πες». «Θα μου το π.., θα μου το πλη.., θα μου το πληρώσεις…», ναζιάρικα με φιλιά αγάπης πληρώνει η ερωτευμένη αθάνατη Τζένη Καρέζη τον αθάνατο Αλέκο Αλεξανδράκη. Κι «Εγώ πληρώνω για τα μάτια π’ αγαπώ».

                                        Ανθούλα Δανιήλ

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.