Φωτεινή Κονταργύρη: ένα ποίημα
ΠΡΟΣΤΙΜΟ Απ' τ' αξημέρωτα στο Δημαρχείο για δουλειές Χωρίς καφέ και τσιγάρο Όπως τότε που έδωσα μάθημα και μετά έτρεξα για υπέρηχο Και τότε χωρίς καφέ και τσιγάρο Όμως…
ΠΡΟΣΤΙΜΟ Απ' τ' αξημέρωτα στο Δημαρχείο για δουλειές Χωρίς καφέ και τσιγάρο Όπως τότε που έδωσα μάθημα και μετά έτρεξα για υπέρηχο Και τότε χωρίς καφέ και τσιγάρο Όμως…
ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΤΑΞΙΔΙ ΚΙΝΗΣΕΣ ΝΑ ΠΑΣ Στη Σοφία Από τη μέρα που έμαθα για το φευγιό σου, στα σύννεφα δε βλέπω παρά τέρατα αιμοδιψή και σκυλιά της Κόλασης. Να προσέχεις.…
ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ Λάζαρε τετραήμερε ποῦ ἤσουν; Ήσουν στὰ μαῦρα Τάρταρα, τί εἶδες; Εἶδα φόβους, εἶδα τρόμους, βάσανα καὶ πέτρωσε τὸ γέλιο μου στὰ χείλη φαρμάκι ἐδῶ φαρμάκι και ἐκεῖ κι…
Η ΑΤΕΧΝΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ Δεν σπούδασα την τέχνη των λέξεων και σε εκείνη των αριθμών έμεινα μετεξεταστέα. Συνεχίζω όμως αυτοδίδακτη να πελεκάω ένα-ένα τα γράμματα με το κοπίδι που…
ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ Η ΠΟΛΗ Ευλογημένη η πόλη όπου πρώτη φορά τα…
Kαι τότε εγώ τον πάσσαλο κάτω από την πολλή τη στάχτη έχωσα, μέχρι να ζεσταθεί· συγχρόνως σ’ όλους τους συντρόφους μου με λόγια έδινα κουράγιο, μήπως κανείς μού…
ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ Είπε να μην δουλέψει πολύ σήμερα, να κάτσει σπίτι, να ξεκουραστεί λιγάκι. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά, άλλωστε. Είχε μία βαρυθυμιά ανεξήγητη, από το πρωί…
Η ΓΙΑΓΙΑ Σωκράτους και Συνδίκα γωνία, στο ανώγειο, έμενε η γιαγιά. Σε μια τετραώροφη πολυκατοικία, που η ηλικία της ξεπερνούσε την πεντηκονταετία, απ’ αυτές τις γνωστές του ιστορικού ιστού…
Άχνα Το ποίημα είναι η άχνα της εκπνοής του ποιητή σ’ έναν αρχέγονο καθρέφτη όπου χαράζει στίχους με το δάχτυλο κι όταν αφανιστούν από τον άνεμο, βλέπει ολόγυμνο το…
ΕΥΤΥΧΙΑ Αυτό ένιωσε όταν πήρε το μαντάτο. Καπετάνιε, κόρη! Είναι κόρη, κόρηηη, του φώναζε το ναυτόπαιδό από την προκυμαία. Μέγας είσαι Κύριε!… Δεν το πίστευε. Μετά από τρεις γιούς κι…
Η ΔΕΚΑΤΗ Tο σκοτάδι έπεφτε αθόρυβα, αλλοχρώματη σκέψη θαρρείς. Πλάτη στο παράθυρο ούτε κατάλαβα πότε ξανάνοιξαν οι κλειστές κουίντες των οριζόντων. Ένα άγνωστου χρώματος φως, λείο σαν δώρο, ζεστό…
ΤΟ ΡΟΔΟ ΤΗΣ ΛΗΣΜΟΝΙΑΣ Η Μαύρη Μάνα τη μαύρη θάλασσα έσκαβε μόνη της ήταν κι έπλεε στήθος ακέραιο από μάρμαρο του Πάρνωνα πώς και δε βυθιζόταν; με το ένα…