You are currently viewing Γεωργία Παπαδάκη:   ΕΡΩΣ

Γεωργία Παπαδάκη:   ΕΡΩΣ

 

      Ἔρως: μία λέξη τεσσάρων γραμμάτων∙ θεϊκό το κάλλος της, θείο το παραλόγιασμα του σημασιολογικού περιεχομένου της.

Η λέξη ἔρως παράγεται από το ρήμα ἔραμαι-ἐράω= αγαπώ με έρωτα, είμαι ερωτευμέν(ος), και η κύρια σημασία της είναι το δυνατό συναίσθημα αγάπης προς ορισμένο πρόσωπο, η λατρεία, που εμπεριέχει το στοιχείο  του σεξουαλικού ενδιαφέροντος. Ανέκαθεν, δε, διακρινόταν από την ἀγάπη, την ψυχική διάθεση που κυριαρχείται από αισθήματα φιλίας, στοργής, τρυφερότητας, αφοσίωσης. Ομόρριζα: ἐραστής (θηλ. ἐράστρια ), ἀντεραστής, ἐρώμενος – ἐρωμένη, ἐρωτικός, ἐραστός= αγαπητός, ἀξιέραστος= ο άξιος αγάπης, πολυέραστος= ο πολύ αγαπητός, ἐράσμιος= αξιαγάπητος, ἐρατός= λατρευτός, Ἐρατώ (μία από τις Μούσες), ἐρατεινός = εξαιρετικά αγαπητός και άλλες λέξεις, απλές και σύνθετες.

Ως κύριο όνομα δηλώνει τον θεό ΄Ερωτα, που θεωρείται πανάρχαιος θεός, καθόσον, σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησίοδου « ο ωραιότερος», όπως χαρακτηρίζεται, «ανάμεσα στους αθάνατους θεούς» γεννήθηκε συγχρόνως με τη Γη μετά από το πρώτο στοιχείο του κόσμου, το Χάος, μέσα από το οποίο αναδύθηκαν. Υπάρχουν και άλλες εκδοχές για τη γέννηση του ΄Ερωτα, με πιο διαδεδομένη αυτή που τον αναφέρει ως γιο της Αφροδίτης και του ΄Αρη.

Σ’ όλη την αρχαιότητα, ο Ἔρως αναγνωρίζεται ως γενεσιουργός κοσμική δύναμη∙ δύναμη που κυριεύει τη ζωή όχι μόνο των ανθρώπων, αλλά όλων των όντων του κόσμου, τα οποία οδηγεί στην ένωσή τους και στο επιθυμητό αποτέλεσμα, τη διαιώνιση των ειδών. Με τον καιρό και υπό την επίδραση των ποιητών ο θεός παριστάνεται ως μικρό αγόρι, συχνά φτερωτό με τόξο στα χέρια ⸺ από τα βέλη του σαϊτεύονται οι καρδιές όχι μόνο των ανθρώπων αλλά και των θεών.  Σύμφωνα με τους ποιητές, είναι λυσιμελής= κάνει τα μέλη των ανθρώπων να λύνονται∙ είναι γλυκύπικρος, ἀλγεσίδωρος= προκαλεί πόνο∙ και ο Σοφοκλής στο θρυλικό χορικό – ύμνο του ΄Ερωτα στην  Αντιγόνη, τον προσφωνεί ανίκητο στη μάχη, ἀνίκατε μάχαν.

     Ο ΄Ερωτας, ο νεότερος απ’ όλους τους θεούς, λατρευόταν σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Το κέντρο, ωστόσο, της λατρείας του ήταν στις Θεσπιές της Βοιωτίας, όπου κάθε τέσσερα χρόνια γιόρταζαν τα Ἐρωτίδεια, γιορτή με μουσικούς και γυμνικούς αγώνες. Στην πόλη αυτή στήθηκε τον 4ο αι. π.Χ. το περίφημο λατρευτικό μαρμάρινο άγαλμα του θεού, έργο του Πραξιτέλη∙1 συλήθηκε από τους Ρωμαίους, αποδόθηκε πάλι από τον Κλαύδιο, για να το κλέψει για δεύτερη φορά ο Νέρωνας.

Η λέξη ἔρως εκτός από την έννοια της ηδονικής αγάπης απέκτησε και τη μεταφορική σημασία τής ιδιαίτερης αγάπης, της επιθυμίας για κάτι ή της αφοσίωσης σε κάτι, σημασία που διατηρήθηκε ώς τις μέρες μας. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο πλατωνικός ἔρως, η ακατασίγαστη δίψα της ψυχής για την πηγή της, την ολότητα της ιδέας, με άλλα λόγια για την αναζήτηση της αλήθειας. Και στον Αγαμέμνονα του Αισχύλου, οι γέροντες της πόλης του ΄Αργους που απαρτίζουν τον Χορό υποδέχονται έναν κήρυκα από τον στρατό των Αργείων, ο οποίος τους αναγγέλλει την πτώση της Τροίας και την επιστροφή του βασιλιά Αγαμέμνονα.  Βλέποντάς τον συγκινημένο που μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια βρίσκεται πίσω στην πατρίδα, του λέει ο κορυφαίος του Χορού (στ.540):

ΧΟ. Ἔρως πατρῴας τῆσδε γῆς σ’ ἐγύμνασεν.

ΧΟ. Σε βαριοκάρδισε η λαχτάρα τούτης της γης της πατρικής.

Οι ΄Ελληνες του 5ου και 4ου αι. π. Χ. χρησιμοποιούσαν τη λέξη ἔρως κυρίως για το συναίσθημα που συνέδεε τον ἐραστὴν και τον ἐρώμενον στην ομοερωτική σχέση, στον «παιδικό έρωτα» ⸺ στη σχέση αυτή ο εραστής ήταν περίπου 40 ετών και ο ερώμενος ένα αγόρι από 12 έως 18 ετών. Το ιδανικό της παιδεραστίας κατά τους αρχαίους ΄Ελληνες ήταν ο έρωτας που σε κάνει να αφοσιώνεσαι σε μια νεαρή και ευγενική ψυχή και που μέσα από τη στενή φιλία την οδηγεί στην αρετή∙ η ερωτική σχέση δηλαδή είχε μετατοπισθεί σε ένα επίπεδο πνευματικής επαφής. Αντίθετα, σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, η φυσιολογική έλξη των δύο φύλων θεωρούνταν κοινότοπη, πηγή απόλαυσης των σωμάτων παρά των ψυχών. Και ενώ δέχονταν ότι μία γυναίκα εύκολα ερωτεύεται έναν άντρα, ο φλογερός έρωτας ενός άντρα για μια γυναίκα δεν εκλαμβανόταν ως κάτι το απόλυτα φυσικό και αποδεκτό, εξού και ποτέ οι Αθηναίοι δεν συγχώρησαν τον Περικλή για τον έρωτά του με τη Μικρασιάτισσα Ασπασία.

Είναι αυτονόητο, βέβαια, αφενός ότι ο ανδρικός έρωτας πολύ συχνά έπαιρνε διαφορετικό χαρακτήρα από την αγνή, γεμάτη ενθουσιασμό στενή σχέση μεταξύ εραστή και ερωμένου και, αφετέρου, ότι μπορούσε να γεννηθεί έρωτας ανάμεσα σε έναν άντρα και μία γυναίκα, ανάμεσα και στο αντρόγυνο μετά τον γάμο.2

Σχετική μαρτυρία, επί παραδείγματι, συναντούμε στο Συμπόσιο του Ξενοφώντα: […] Και ο Νικήρατος, όπως ακούω, λέει ο Σωκράτης, ἐρῶν τῆς γυναικὸς ἀντερᾶται, νιώθοντας έρωτα για τη γυναίκα του, δέχεται ανταποδοτικά τον έρωτά της (ἀντερᾶται! Πώς να μην ερωτευτείς την αρχαία ελληνική γλώσσα! Με μία λέξη αποδίδει την έννοια που εμείς σήμερα υποχρεωνόμαστε να την προσδιορίσουμε με αναλυτικό τρόπο. Και ενώ επιβίωσε το ουσιαστικό ἀντεραστής, δεν είχε, δυστυχώς, την ίδια τύχη το ρήμα ἀντεράω-ῶ).

 Ας δούμε όμως ενδεικτικά, μέσα από μια μικρή σταχυολόγησή μας, τι έχουν πει οι ΄Ελληνες, ο ερωτικός αυτός λαός, για τον πανίσχυρο νεαρό θεό τους, πώς τον τραγούδησαν οι ποιητές τους.

 

ΟΜΗΡΟΣ. Ιλιάδα Γ 441-446.  Ο Πάρης μετά από μονομαχία με τον Μενέλαο επιστρέφει στο ανάκτορο της Τροίας και στα δώματά του. Εκεί έρχεται και τον βρίσκει η Ελένη, προς την οποία ο ερωτευμένος ήρωας απευθύνει τα παρακάτω λόγια:

[…]

ἀλλ’ ἄγε δὴ φιλότητι τραπείομεν εὐνηθέντε∙

οὐ γάρ πώ ποτέ μ’ ὧδέ γ’ ἔρως φρένας ἀμφεκάλυψεν,

 οὐδ’ ὅτε σε πρῶτον Λακεδαίμονος ἐξ ἐρατεινῆς

ἔπλεον ἁρπάξας ἐν ποντοπόροισι νέεσσι,

νήσῳ δ’ ἐν Κραναῇ ἐμίγην φιλότητι καὶ εὐνῇ,

 ὥς σεο νῦν ἔραμαι και με γλυκὺς ἵμερος αἱρεῖ». 

΄Ελα, λοιπόν, αφού πλαγιάσουμε, το σμίξιμό μας να χαρούμε∙

γιατί ποτέ ώς τώρα δεν μου πήρε το μυαλό τόσο πολύ ο έρωτας,

ούτε όταν την πρώτη εκείνη τη φορά, αφού σε άρπαξα από τη θελκτική

τη Λακεδαίμονα, μέσα στα πελαγόδρομα καράβια αρμένιζα,

και στης Κρανάης3 το νησί μαζί σου έσμιξα ερωτικά στην κλίνη,

όσο για σένα τώρα νιώθω έρωτα και γλυκός πόθος με αδράχνει».

 

ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ.4 (Απ. 112 Diehl)

τοῖος γὰρ φιλότητος ἔρως ὑπὸ καρδίην ἐλυσθεὶς

πολλὴν κατ’ ἀχλὺν ὀμμάτων ἔχευεν,

κλέψας ἐκ στηθέων ἁπαλὰς φρένας. 

Τέτοια λαχτάρα για σμίξιμο ερωτικό γλίστρησε μέσα στην καρδιά μου,

που ’χυσε μπρος στα μάτια μου μεγάλη καταχνιά,

κι από τα στήθη μου έκλεψε τα ήρεμα τα λογικά μου.

 

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ (σωζόμενο απόσπασμα από την τραγωδία Αύγη. Αθήναιος ΙΓ 600 d)

Ἔρωτα δ’ ὅστις μὴ θεὸν κρίνει μέγαν

καὶ τῶν ἁπάντων δαιμόνων ὑπέρτατον,

ἢ σκαιός ἐστιν ἢ καλῶν ἄπειρος ὢν

οὐκ οἶδε τὸν μέγιστον ἀνθρώποις θεόν. 

΄Οποιος δεν θεωρεί τον ΄Ερωτα θεό μεγάλο

κι ανώτερο απ’ όλους τους θεούς,

ή είν’ ανέμυαλος ή των ωραίων απειρία έχοντας

τον πιο τρανό θεό για τους ανθρώπους δεν γνωρίζει.

Eros Playing Flute

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ (σωζόμενο απόσπασμα από το δράμα Σθενέβοια. Πλουτάρχου Ερωτικός 762b)

                                             ποιητὴν δ’ ἄρα

Ἔρως διδάσκει, κἄν ἄμουσος ᾖ τὸ πρίν.

Ποιητή κάνει κάποιον ο ΄Ερωτας,

έστω κι αν πριν το χάρισμα δεν έχει των Μουσών.

 

ΑΝΤΙΦΑΝΗΣ5 (σωζόμενο απόσπασμα. Αθήναιος Β 38b-c)

                                                                       κρύψαι, Φειδία,

                           ἅπαντα τἄλλα τις δύναιτ’ ἂν πλὴν δυοῖν,

                           οἶνόν τε πίνων εἰς ἔρωτά τ’ ἐμπεσών.

                           ἀμφότερα μηνύει γὰρ ἀπὸ τῶν βλεμμάτων

                           καὶ τῶν λόγων ταῦθ’∙ ὥστε τοὺς ἀρνουμένους,

                           μάλιστα τούτους …. καταφανεῖς ποιεῖ. 

Όλα τα άλλα μπορεί κανείς, Φειδία, να τα κρύψει,

εκτός μονάχα από δύο:

το κρασί που κατεβάζει ελόγου του

και τ’ ότι έπεσε στου έρωτα τα βρόχια.   

Και τούτο γίνεται, μιας και τα δυο αυτά από τα μάτια, ναι,

προδίδονται κι από τα λόγια∙ και όσους τα αρνούνται

πιότερο αυτούς ….τους φανερώνουνε.

ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ.6 Δύσκολος 62-63

τὸ μὲν βραδύνειν γὰρ τὸν ἔρωτ’ αὔξει πολύ,

ἐν τῶι ταχέως δ’ ἔνεστι παύσασθαι ταχύ. 

Από τη μια η άργητα τον έρωτα φουντώνει,

μα με τη γρηγοράδα, από την άλλη, μπορεί να σβήσει γρήγορα.

 

ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΣ.7 Επίγραμμα. (Παλατινή Ανθολογία V 6)

Ὤμοσε Καλλίγνωτος Ἰωνίδι μήποτ’ ἐκείνης

      ἕξειν μήτε φίλον κρέσσονα μήτε φίλην.

Ὤμοσεν∙ ἀλλὰ λέγουσιν ἀληθέα τοὺς ἐν ἔρωτι

     ὅρκους μὴ δύνειν οὔατ’ ἐς ἀθανάτων.

 Νῦν δ’ ὃ μὲν ἀρσενικῷ θέρεται πυρί∙ τῆς δὲ ταλαίνης

     νύμφης, ὡς Μεγαρέων, οὐ λόγος οὐδ’ ἀριθμός.        

Ορκίστηκε ο Καλλίγνωτος στην Ιωνίδα ότι ποτέ δεν πρόκειται

καλύτερον από αυτήν να έχει μήτ’ αγαπημένο μηδέ αγαπημένη.

Ορκίστηκε∙ μα είν’ αλήθεια αυτό που λένε, πως δηλαδή

οι όρκοι οι ερωτικοί δεν εισχωρούν στ’ αυτιά των αθανάτων.8

Τώρα αυτός φλέγεται από πυρκαγιά έρωτα αρσενικού∙

και όσο για τη δύστυχη την κόρη, καθώς στους Μεγαρείς,              

 μήτε καμιά αξία έχει μηδέ υπολογίζεται.9

ΜΕΛΕΑΓΡΟΣ. (Παλατινή Ανθολογία V 176)

Δεινὸς Ἔρως, δεινός. Τί δέ τὸ πλέον, ἤν πάλιν εἴπω,

               καὶ πάλιν, οἰμώζων πολλάκι, «δεινὸς Ἔρως»;

 ἦ γὰρ ὁ παῖς τούτοισι γελᾷ, καὶ πυκνὰ κακισθεὶς

              ἥδεται∙ ἤν δ’ εἴπω λοίδορα , καὶ τρέφεται.

  θαῦμα δε μοι, πῶς ἆρα διὰ γλαυκοῖο φανεῖσα

              κύματος, ἐξ ὑγροῦ, Κύπρι, σὺ πῦρ τέτοκας. 

Φοβερός είναι ο ΄Ερως, φοβερός! Και λοιπόν, ποιο τάχα είναι το κέρδος,

εάν και άλλη μια, κι ακόμη μια, κι αμέτρητες φορές το πω

με οδυρμούς το «Φοβερός είναι ο ΄Ερως»;

Γιατί στ’ αλήθεια ο μικρός με τούτα δω γελάει,

και όσο πιο πολύ τον κατακρίνουνε, τόσο ευχαριστιέται∙

ακόμη κι αν τον λούσω με βρισιές, τρέφεται κι από πάνω.

Για μένα είναι θαύμα, πώς άραγε, ω Κύπριδα,

εσύ που μέσ’ απ’ το γλαυκό ξεπρόβαλες το κύμα,

πώς μέσ’ απ’ το νερό έχεις γεννήσει τη φωτιά!  

 

Ο ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ  σώζει ένα τραγούδι που έλεγαν οι κάτοικοι της Χαλκίδας, οι οποίοι φημίζονταν για το σφοδρό πάθος που είχαν για την παιδεραστία. (Ερωτικός 761 a-b)

Ὦ παῖδες, <ὅσ>οι χαρίτων τε καὶ πατέρων λάχετ’ ἐσθλῶν,

 μὴ φθονεῖθ’ ὥρας ἀγαθοῖσιν ὁμιλίαν∙

 σὺν γὰρ ἀνδρείᾳ καὶ ὁ λυσιμελὴς Ἔρως

 ἐνὶ Χαλκιδέων θάλλει πόλεσιν. 

 Ω σεις αγόρια, που σας έλαχαν χάρες και πρόγονοι λαμπροί,

μη, μην αρνείστε στους γενναίους να σμίγουν με τη  νιότη σας∙

γιατί μαζί με την ανδρεία και ο λυσιμελής ο ΄Ερωτας

στις πόλεις μέσα των Χαλκιδέων θάλλει.     

                  

ΠΡΟΔΙΚΟΣ.10 (Στοβαίος, Ανθολόγιον ΙV 20,65)

ἐπιθυμίαν μὲν διπλασιασθεῖσαν ἔρωτα εἶναι, ἔρωτα δὲ

διπλασιασθέντα μανίαν γίγνεσθαι. 

(Ο Πρόδικος είπε): Επιθυμία που διπλασιάστηκε είναι έρωτας,

έρωτας, δε, που διπλασιάστηκε γίνεται τρέλα.

 

Περισσότερη ερωτική ποίηση στο βιβλίο μας «Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Ερωτικής Ποίησης». Εκδόσεις ΡΟΕΣ. 

    

 

1)Βλ. και το άρθρο μας με θέμα το έτερο αριστουργηματικό έργο του Πραξιτέλη, την Αφροδίτη της Κνίδου (1/10/2022).

2)Θυμίζουμε ότι ο Αθηναίος πολίτης ουσιαστικά παντρευόταν για να αποκτήσει παιδιά, κυρίως αρσενικά, και έτσι να εξασφαλίσει τη συνέχεια της οικογένειας, αλλά και της πόλης. Η πίεση της κοινής γνώμης πάνω στον πολίτη της Αθήνας να συνάψει γάμο ήταν ισχυρή, και αυτόν που δεν παντρευόταν τον αντιμετώπιζαν συνήθως με περιφρόνηση. Οι σχέσεις συνεπώς ανάμεσα στο αντρόγυνο, γενικά μιλώντας, δεν ήταν και πολύ στενές, δεν υπήρχε πνευματικός σύνδεσμος, πραγματική αγάπη. Ο Αθηναίος έβλεπε τη γυναίκα του ως μητέρα των παιδιών του, νοικοκυρά του σπιτιού και τίποτε περισσότερο. Τις ανάγκες του τις ικανοποιούσε εκτός σπιτιού, κοντά στις πόρνες, στις εταίρες, στα αγόρια. ΄Οσο για το θέμα της παιδεραστίας στην αρχαία Ελλάδα, απαιτείται πληρέστερη προσέγγιση, κάτι που δεν είναι δυνατόν να γίνει εδώ, λόγω της περιορισμένης έκτασης του παρόντος άρθρου.

3)Το νησί Κρανάη ή Ελένη ταυτίζεται με τη σημερινή Μακρόνησο. Σύμφωνα με τον μύθο, εδώ ενώθηκαν ερωτικά για πρώτη φορά ο Πάρης και η Ελένη, και εξ αυτού έκτοτε, σύμφωνα με τον Στράβωνα, το νησί πήρε το όνομά της.

4)Για τον Αρχίλοχο βλ. άρθρο μας  με θέμα το επίθετο «Λυσιμελής» (7/2/2018).

5)Για τον ποιητή της Μέσης Κωμωδίας Αντιφάνη βλ. σχ. 2 του άρθρου μας με θέμα τις λέξεις «Συκοφάντης-Σύκο» (3/9/2022).

6)Για τον σπουδαίο κωμωδιογράφο Μένανδρο βλ. άρθρο μας με θέμα τη φράση «Επ’ αυτοφώρω» (13/10/2017).

7)Για τον Καλλίμαχο βλ. κείμενό μας με θέμα τον ΄Υμνο του Εις τα λουτρά της Παλλάδος (11/12/2021).

8)Για τους αρχαίους η αθέτηση των όρκων από τους ερωτευμένους ήταν συγγνωστή και δεν συνεπαγόταν τιμωρία από τους θεούς.

9)Οι Μεγαρείς θεωρούνταν αμαθείς και απαίδευτοι. Ωστόσο οι ίδιοι πίστευαν πως ήταν σπουδαίοι. Πήγαν λοιπόν και ρώτησαν το Μαντείο των Δελφών σε ποια θέση τούς κατατάσσει μεταξύ των Ελλήνων. Ο χρησμός που τους δόθηκε, αφού εξύμνησε το ΄Αργος, τη Θεσσαλία, τη Λακωνία κ. λπ., κατέληξε ως εξής:

Ὑμεῖς δ’, ὦ Μεγαρεῖς, οὔτε τρίτοι οὔτε τέταρτοι

 οὔτε δυωδέκατοι, οὔτ’ ἐν λόγῳ οὔτ’ ἐν ἀριθμῷ.

Με την τελευταία φράση να σημαίνει: ούτε αξία έχετε ούτε κανείς σάς λογαριάζει.

10)Ο Πρόδικος ο Κείος (καταγόταν από την Ιουλίδα της Κέας) είναι ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της αρχαίας Σοφιστικής (περ. 470-398 π. Χ.). Παρά την επισφαλή του υγεία, η πατρίδα του τον χρησιμοποίησε σε διπλωματικές αποστολές, στο πλαίσιο των οποίων ήλθε και στην Αθήνα, όπου απέκτησε μεγάλη φήμη εξασκώντας το σοφιστικό ⸺ φιλοσοφικό και ρητορικό ⸺ έργο του. Τιμήθηκε με τη φιλία του Ξενοφώντα, του Θουκυδίδη, του Ευριπίδη και του Ισοκράτη. Δίδασκε ζητώντας υψηλά δίδακτρα. Ασχολήθηκε με τη μελέτη της γλώσσας και συγκεκριμένα με τη σωστή χρήση των λέξεων και τις σημασιολογικές αποχρώσεις των συνωνύμων. Παραδίδονται τρεις τίτλοι έργων του, από τα οποία σώζονται μόνο αποσπάσματα. Από το επιγραφόμενο Ὧραι προέρχεται η γνωστή, με την τεράστια απήχηση στην παγκόσμια γραμματεία, αλληγορία για την εκλογή του Ηρακλή μεταξύ της αρετής και της κακίας, την οποία διέσωσε ο Ξενοφών στα Απομνημονεύματά του.

Γεωργία Παπαδάκη

H Γεωργία Παπαδάκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δέκα χρόνια ως Βοηθός στον Τομέα Αρχαιολογίας και, παράλληλα, έλαβε μέρος σε διάφορες ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια μελετάει αρχαίους συγγραφείς και μεταφράζει αγαπημένα της κείμενα της ελληνικής γραμματείας. Από το Α΄Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας έχει παρουσιάσει παλαιότερα μια σειρά σχετικών εκπομπών με τον τίτλο « Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». ΄Εχουν εκδοθεί εξι βιβλία της: "Aνθολογία αρχαίας ελληνικής ερωτικής ποίησης", "Ο δικός μας Αριστοφάνης",  "Μούσας άγγιγμα", " Αισχύλος. Ο ποιητής του μεγαλοπρεπούς και του τιτανικού", "Σοφοκλής. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου", "Η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος στο έργο του Ευριπίδη".

This Post Has 3 Comments

  1. Δεν μιλάμε για ακολασία. Κάθε κοινωνία έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Ναι, ο χριστιανισμός έβαλε τη σφραγίδα του. Μην ξεχνάμε ότι και οι Πατέρες της Εκκλησίας μιλάνε για “χριστιανούς” στην αρχαιότητα πριν τον Χριστιανισμό, βλ. Σωκράτη.

  2. Οβιδιος

    σας προτεινω το μεταφρασμενο στα νεοελληνικα συγγραμμα του Οβιδιου ” η τεχνη και τα αντιδοτα του ερωτα” του Θεοδωρου Παπαγγελη και των εκδοσεων Μεταιχμιο. πολυ καλο και ευθυμο! μπας και χαρουμε και λιγο διοτι πολυ κλαψα επεσε και δικαιως, αλλα καπως πρεπει να ανανηψουμε, ε; ευχαριστω. δεν κανω διαφημιση.

  3. ΥΓ

    αν μου διεφυγε κατι ειναι οτι δεν διευκρινησα εντελως τι εννοω, μαλλον. εννοω λοιπον οτι οι ελληνες εχουμε συνεχεια. δεν εξαφανιστηκαν οι αρχαιοι ωσαν δεινοσαυροι και μετα ηρθαν αλλοι ανθρωποι εδω. και αυτο το λεω διοτι μερικες φορες σε διαφορες συγχρονες μελετες που διαβαζω ετσι φαινεται. σαν να ηταν εξωγηινοι οι τοτε και ολα οσα εκαναν επισης. εκτος απο τα βιβλια, κοιταζω και γυρω μου και δεν βλεπω μεγαλες διαφορες.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.