You are currently viewing Γιάννης Σ. Παπαδάτος: Εκείνος και τα μυρμήγκια

Γιάννης Σ. Παπαδάτος: Εκείνος και τα μυρμήγκια

ΕΚΕΙΝΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΥΡΜΗΓΚΙΑ

 

Βάδιζε μιαν ατραπό

χρόνια και χρόνια

στων καιρών την αφάνεια.

Ένα μειλίχιο φως τον νανούριζε

έξω από τα δρώμενα των μυρμηγκιών

παρόλο που μάζευε σπόρους

περνώντας από εύφορα χωράφια.

Ο αλεξανδρινός στη μασχάλη του

της Πρεβέζης ο Κώστας,

κι εκείνο το παλιόπαιδο ο Αρθούρος…

 

Τραχύς ο δρόμος του

στοίβαζε στην άκρη τις λέξεις

σε κάτι χορταριασμένες τάφρους

ή με τα φύλλα του σκόρπια σε τούνελ σιωπής

συλλάβιζε τον θρίαμβο των στιγμών

που σιωπούσαν μεσίστιες…

 

Ιερουργώντας στη νιότη

ξάκριζε λέξεις που φώναζαν.

Η ολιγωρία,

ερήμην του,

φάνταζε πάνσοφη.

 

Δίπλα του άνθιζε

μια λεωφόρος ετεροθαλών αδελφών

με ψηλά κι αειθαλή πλατάνια

και μ’ εύστοχες ιαχές ανάμεσα στα φύλλα τους.

H γενιά του.

Κι εκείνος πάντα να επιστρέφει

πάντα να μετατοπίζει τον χρόνο…

Δεν συναντήθηκαν οι δρόμοι τους…

Ίσως σε μια δυο ατραπούς…

Κι έτρεχε σαν ποτάμι η λεωφόρος.

Κι έμεινε στην όχθη της αριστερά

να διαχειρίζεται την ήττα του

να δολιχοδρομεί έμπλεος φωνηέντων

και στα μυρμήγκια να νεύει

που σμίξαν οι δρόμοι τους.

 

Έχει σπόρους δισάκια να δώσει

αργά πια μέσα στη νύχτα…

«Έτερος εγώ…», τους είπε

«… μετατοπίζω τον χρόνο ανάστροφα

στην ατραπό των βρύων και των λειχήνων,

τιθασεύοντας λέξεις

θριαμβευτής τους πλησίστιος.

Αποσυνάγωγος, πια…»

 


 

 

Γιάννης Παπαδάτος

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.