You are currently viewing Έφη Φρυδά. Τσαρλς Μπουκόφσκι (16-8-1920 – 9-3-1994). Delete the dream

Έφη Φρυδά. Τσαρλς Μπουκόφσκι (16-8-1920 – 9-3-1994). Delete the dream

Μοιάζει να είναι το μότο της εποχής, αυτή είναι η ατμόσφαιρα. Το τυπώσαμε και σε μπλουζάκι. Σοβαρολογώ. Delete the dream. Στις διακοπές μου αυτό το καλοκαίρι το είδα φορεμένο από μια έφηβη – μαυροκόκκινα γράμματα πάνω σε καταπράσινο φόντο – με το ανάλογο ύφος.

Και ποιος μπορεί να μας μιλήσει καλύτερα για τη διάψευση του ονείρου, τη διάχυτη αίσθηση της απουσίας ενός ελπιδοφόρου μέλλοντος από τον «Μεγαλύτερο των ηττημένων», όπως κάποιοι τον ονομάζουν. Επιπλέον είχα τον Μπουκόφσκι στο πρόγραμμα, αφού 16 Αυγούστου είναι τα γενέθλιά του, γεννήθηκε την επομένη της μεγάλης εορτής του καλοκαιριού μας, ενός δεκαπενταύγουστου που φέτος έχει για ‘μας στάχτες, αναζωπυρώσεις και ανατροφοδοτήσεις παλαιών δαιμονίων και εκ καρδίας ευχές για να ξορκίζουν τους φόβους. Παναγιά μαζί μας, σαν να λέμε. Εδώ ας προσθέσουμε και τον Μπουκόφσκι με το πείσμα στην ηττημένη του ζωή. Που μετατράπηκε σε απρόσμενη νίκη – και μάλιστα με τους δικούς του όρους.

Μια 30ετία ακριβώς μετά το θάνατό του (9-3-1994), ο Μπουκόφσκι μεταφέρει το πάθος και την ωμότητα της ζωής και, μολονότι ένας πολύ προσωπικός ποιητής με τα δικά του επαναλαμβανόμενα μοτίβα – μοναξιά, αλκοολισμός, ερωτικές σχέσεις, αποτυχίες, φτώχια, παιδική κακοποίηση (ένας εξαιρετικά βίαιος πατέρας, ένα τραύμα που ποτέ δεν επουλώθηκε), μιλάει κατευθείαν στην καρδιά μας. Ο απλός στίχος, ο καθημερινός διόλου στομφώδης, απροσποίητος τόνος, ένας λόγος ανεπίσημος, χαλαρός, εύκολα προσεγγίσιμος λες, τον τοποθετεί στους δημοφιλέστερους ποιητές της σύγχρονης εποχής.

Όμως μην ξεγελιέστε! Η γραφή του Μπουκόφσκι περιμένει στη γωνιά να μας αιφνιδιάσει. Με κυνισμό/ευαισθησία, ωμότητα/τρυφερότητα, οργή/συμπόνια. Με σαρδόνιο χιούμορ που ανατρέπει τη μελαγχολία του, με ειλικρίνεια αλλά και αξιοπρέπεια μπροστά στα πάθη του, με τη στωικότητα που υπομένει τα χτυπήματα της ζωής. Με «τη μηδενιστική διάθεση της σλάβικης ψυχής» σβήνει ανθρώπους και συναισθήματα, περιφρονεί την ευπιστία των μαζών, κι έπειτα μας ξαφνιάζει μιλώντας γεμάτος πίστη και αγάπη για τον άνθρωπο που παλεύει. Εξεγείρεται κατά του πανίσχυρου συστήματος, κατά “των θεών”,  ψέγει κάποιους ποιητές που βολεύονται σε μια χαϊδευτική σχέση με την εξουσία και κάποιους άλλους που συμβουλεύουν αφ’ υψηλού μέσω μιας «λυτρωτικής», «καθαρτικής» τέχνης. Ο Μπουκόφσκι ποτέ δεν θα σου δείξει το δρόμο. Παντού όμως θα τον βρεις να αντέχει όταν βαράει τα μούτρα του στον τοίχο. Να σωριάζεται καταγής κι ύστερα να στυλώνεται κλαμένος, πιωμένος, τσακισμένος, αλλά απόλυτα παρών, απέναντι σε μια πραγματικότητα φορετή, με την οποία εκείνος ποτέ δεν θα συμβιβαστεί.

 

 

Ο ποιητής Μπουκόφσκι ελάχιστη σχέση έχει με τον Χένρι Τσινάσκι, τον Βρώμικο παλιόγερο των πεζών του. Στην ποίησή του απελευθερώνεται από την περσόνα που του επέβαλλε η πρόζα του (βλέπε απαιτήσεις εκδοτών/ προσδοκίες αναγνωστών) με ευκολία και με ανακούφιση, νομίζω, κι αυτό επειδή το σκληρό του πρόσωπο δεν είναι στάση ζωής αλλά προσωπείο, μια άμυνα. Με τον ίδιο τρόπο ο ποιητής Μπουκόφσκι κρύβεται πίσω από μια «καθημερινή» γλώσσα για να μας μιλήσει για τα δύσκολα. Και αυτή ακριβώς είναι η δεξιοτεχνία του: μπορεί και μιλάει για τα δύσκολα με έναν φαινομενικά εύκολο τρόπο.

Θα χαρακτήριζα τον Τσαρλς Μπουκόφσκι τον πρώτο πανκ ποιητή. Εστιάζει στο άτομο που, περιορισμένο από τους κανόνες και τις απαιτήσεις της κοινωνίας, ασφυκτιά, ζει μια ζωή απενοχοποιημένα αντισυμβατική και απελευθερώνεται, ακόμα και αν αυτό σημαίνει την περιθωριοποίησή του. Η Πάτι Σμιθ, ο Τζιμ Κάρολ, ο Λου Ριντ, βαθιά επηρεασμένοι από την ποίηση του Ρεμπώ, δεν «το λένε απλά», εκεί που ο βατός λόγος του Μπουκόφσκι, η σαν πολυβόλο εκφορά του λόγου του, καταφέρνει να μας σπαράξει την καρδιά μιλώντας για τα βασικά πράγματα της ζωής, για τα ακυρωμένα συναισθήματα, για τον ευάλωτο άνθρωπο, ανατέμνοντας την ψευτιά που μας περιβάλλει, την προσποίηση των διανοουμένων, τη σκληρότητα και την υποκρισία των υποταγμένων σε ένα κοινωνικό πλέγμα που, αν και δεν τους εκφράζει, το αφήνουν να κυριαρχεί στις πράξεις και στη σκέψη τους. Ο Μπουκόφσκι, σαν πραγματικός πανκ, αντιμετωπίζει με περιφρόνηση τους εθελόδουλους, μας τραντάζει με την ωμότητα της ποίησής του, καυστικής, βλάσφημης, συχνά μακάβριας. Σαν πραγματικός πανκ βρίζει, σκούζει, κλαίει γοερά στον ώμο μας. Κι ύστερα πατάει, παραπατώντας έστω, αλλά πατάει στα πόδια του και σηκώνει το μεσαίο δάχτυλο.

Κινητήριος δύναμη της τέχνης του μια σκληρή ζωή. Από μια παιδική ηλικία όπου ο πατέρας του τον έδερνε με τακτικό πρόγραμμα, τρεις φορές την εβδομάδα, με μια λουρίδα όπου είχε στερεωμένο ένα ξυράφι στην άκρη, στην ευλογιά που ρήμαξε το πρόσωπό του, σε μια δουλειά δουλείας, στη φτώχια, στην περιθωριοποίηση, στη μοναξιά, στον αλκοολισμό, ο Τσαρλς Μπουκόφσκι καταφέρνει να μας συγκινεί ακόμα με μια ποίηση που, όπως λέει χαρακτηριστικά, «πρέπει να αφήνει πίσω της όσο περισσότερη βρώμα γίνεται».

Μια «βρώμα» που έρχεται γάντι στην εποχή μας όπου «Το σημαντικό είναι το προφανές, κι αυτό είναι το μόνο που δεν λέγεται», όπως σχολιάζει ο ίδιος. Κι είναι λες και αυτός, που ποτέ δεν είχε πρόθεση να συμβουλεύσει κανέναν, να μην βαστιέται τώρα και, μια μέρα σαν κι αυτή με τη βοήθεια της Παναγίας ίσως, να μας φωνάζει ν’ αφήσουμε κατά μέρος τις περιπλοκές και τις περιστροφές και να ουρλιάξουμε ενάντια σε μια – φαινομενικά – αναπότρεπτη, σκληρή πραγματικότητα.

 

 

  • Ηττημένος

 

Λένε πως έχει συνωστισμό στην κόλαση,

κι όμως,

όταν είσαι στην κόλαση,

πάντα νομίζεις ότι είσαι μόνος.

κι ούτε μπορείς σε κανένανε να πεις πως είσαι στην κόλαση

γιατί θα σε πουν τρελό

κι όταν είσαι τρελός μοιάζει στην κόλαση να είσαι

χώρια που να ‘σαι λογικός είναι κόλαση.

 

όσοι όμως απ’ την κόλαση γλιτώσουν

γι’ αυτό ποτέ τους δεν μιλούν

και τίποτα μετά απ’ αυτό δεν τους πολυενοχλεί.

Αν μείνουνε, ας πούμε, για λίγο νηστικοί,

αν πάνε φυλακή, αν τρακάρουνε τ’ αμάξι,

ούτε καν η σκέψη του θανάτου δεν μπορεί να τους τρομάξει .

 

κι αν τους ρωτήσεις,

«πώς πάει;»

«καλά, μια χαρά…» πάντα σ’ απαντούν.

 

αφού όταν πας στην κόλαση και γυρίσεις,

αυτό είναι αρκετό

μεγαλύτερη ικανοποίηση ο άνθρωπος δεν έχει.

 

όταν πας στην κόλαση και γυρίσεις

πίσω σου δεν κοιτάς όταν τρίζει το πάτωμα

κι ο ήλιος είναι πάντα ψηλά το μεσονύχτι

και πράγματα σαν του ποντικού τα μάτια

ή ένα λάστιχο πεταμένο στην αλάνα

μπορεί να σε κάνουν να χαμογελάσεις

 

όταν στην κόλαση έχεις πάει κι έχεις γυρίσει.

 

Από την ποιητική συλλογή Burning in Water, Drowning in Flame (1955-1973)

 

 

 

  • Κάθομαι ‘δω

μεθυσμένος τώρα.

Είμαι

μια σειρά από

μικρές νίκες

και μεγάλες ήττες

και με ξαφνιάζει

όσο και ‘σας

που

έφθασα από

‘κει ως

εδώ

χωρίς να διαπράξω φόνο

χωρίς κι εγώ

να φονευτώ·

χωρίς να καταλήξω

στο τρελάδικο.

 

καθώς πίνω μόνος μου

απόψε πάλι

η ψυχή μου αψηφά όλες τις παλιές πληγές

κι όλους τους θεούς ευγνωμονεί

που δεν ήταν

εκεί

για μένα

 

τότε.

 

Από την ποιητική συλλογή The People Look Like Flowers at Last (εκδόθηκε μετά το θάνατό του)

 

 

 

  • Καμιά βοήθεια ως προς αυτό

 

Είναι ένα μέρος στην καρδιά που

ποτέ δεν θα γεμίσει

 

ένας χώρος

που ακόμα και

στις καλύτερες στιγμές, στους ευνοϊκότερους καιρούς

θα ξέρουμε

θα ξέρουμε περισσότερο από ποτέ

 

ότι είναι ένα μέρος στην καρδιά που ποτέ δεν θα γεμίσει

και ‘μεις θα περιμένουμε

και θα περιμένουμε

στον χώρο αυτό.

 

Από την ποιητική συλλογή You Get So Alone at Times That It Just Makes Sense. 1986.

 

 young charles buckowski

 

Έφη Φρυδά

Η Έφη Φρυδά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, σε ένα ωραίο (ακόμα) κομμάτι του ιστορικού κέντρου. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Οικονομικά. Ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση σε όλη σχεδόν την ενήλικη ζωή της. Έχει μεταφράσει, μεταξύ άλλων, συγγραφείς όπως Ντύλαν Τόμας, Ντ. Χ. Λώρενς, Τ. Χάρντυ, Ε.Μ. Φόστερ, Ι. Ουόρτον, Κ. Μπλίξεν, Τζ. Μπόλντουιν, ΝτεΛίλλο, Τζ. Κ. Όουτς, Μπουκόφσκι, Ρούσντι, Γκόλντινγκ, Ντ. Τζόνσον, Χ. Σέλμπι, Σ. Μπέλοου, Π. Χάισμιθ, Όσιαν Ουόνγκ. Ήταν υποψήφια για το Βραβείο καλύτερης μετάφρασης του Ευρωπαϊκού Κέντρου Λογοτεχνίας και επιστημών του Ανθρώπου (ΕΚΕΜΕΛ) και για το βραβείο καλύτερης λογοτεχνικής μετάφρασης του Athens Prize Festival. Έχει επίσης μεταφράσει δοκίμια ψυχανάλυσης και ψυχολογίας, έχει συνεργαστεί με το Μουσείο Μπενάκη και έχει συγγράψει και επιμεληθεί κείμενα καταλόγων για εκθέσεις. Αγαπά με πάθος τις εικαστικές τέχνες και ασχολείται με την έρευνα και συγγραφή σχετικών άρθρων. Συνεργάστηκε με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, ασχολήθηκε με το Θέατρο στην Εκπαίδευση και εργάστηκε ως μεταφράστρια για κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γράφει ποίηση.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.