Ελένη Λιντζαροπούλου, Τρία ποιήματα
ΣΥΝΕΥΡΕΣΗ Στην Ντένια Αθανασοπούλου – Κυπρίου Είχα πολλά πράγματα Να πάρω μαζί μου Από την συνάντησή μας Ξαφνικά χθες το πρωί Ή στον ύπνο μου Λίγες απαλές κουβέντες…
ΣΥΝΕΥΡΕΣΗ Στην Ντένια Αθανασοπούλου – Κυπρίου Είχα πολλά πράγματα Να πάρω μαζί μου Από την συνάντησή μας Ξαφνικά χθες το πρωί Ή στον ύπνο μου Λίγες απαλές κουβέντες…
Ο κήπος σκιερή ετοιμασία περιεχομένου Τα σκαλιά στρογγυλεμένα σε ακουμπούσαν για να αρχίσεις να νιώθεις Κι όταν έμπαινες στο διάδρομο Χώρος απροσδιόριστος, χρησιμότητα δύο κατευθύνσεων με μια υδρόγειο για…
Η προσφυγοπούλα au Clair de la Lune Στο φως του μισοφέγγαρου, ένα κορίτσι κοκαλιάρικο με σκεπασμένο πρόσωπο και παγωμένα χέρια που ροκανίζει σιωπηλά τα νύχια του και γλείφει τις…
οἱ σκέψεις μου σταματοῦν ἀπό τήν ξαφνική πτώση ἑνός νεραντζιοῦ ἀπό τό δέντρο του, στό πεζοδρόμιο μπροστά μας …
Μητροπολίτης εν οίκω ανοχής Δεν θα το κατακρίνω το μπορντέλο· σπέρμα κι αυτό απ’ το σπέρμα του Κυρίου. Iδές τού επιτάφιου τα κρίνα και τα ρόδα με πόσο θρήνο αγγίζουν…
Τα παραμύθια Αμ’ το άλλο με τους λύκους; Τι μου ήρθε και το είπα στην γιαγιά; Στο υπόλοιπο του χρόνου της Έτρεχαν δάκρυα στη τζαμαρία, σε λίγο Δεν έβλεπε…
Ήρθες εχθές πατέρα Να βγαίνεις σ’ είδα πίσω από την κατάφορτη ροδιά Πόση ομορφιά! Οι φυλλωσιές οι πλούσιες σε σκεπάζαν Ήσουνα δέντρο θαλερό Μα τι παράξενο, στη χούφτα σου τα…
Αυτό δεν το περίμενα· στήνει μια σκάλα για ν’ ανεβεί απάνω στον σταυρό του. Λίγο πιο κει χυμένο το φεγγάρι, σερβίτσια πεταμένα και σπασμένα μάρμαρα. Ο χρόνος διαστέλλεται, συστέλλεται,…
Για λίγη αγάπη Φεύγει κι αυτή η μέρα στην απογευματινή κίνηση ξεθωριάζει για λίγη αγάπη που δεν φάνηκε ξοδεύτηκε στις οθόνες και τις αναμονές πάσης φύσεως κι έχει μια…
Θα μπω στο εορτολόγιο ως οσία - παρακαλώ και προκαλώ τους αρχιερείς- Ήδη σπαράσσομαι σε Τμήματα δημόσια, Στρέφω την παρειά για διπλό ράπισμα. Έχω μετανοήσει ειλικρινώς. Αλλά δεν πρόκειται ποτέ…
Άτιτλο Με πόσο φως ξεπληρώνεται ο θάνατος; Με τι θάνατο εξαργυρώνεται τόσο φως; Ωδή στην ασπρόμαυρη φωτογραφία Άσπρο βαθύ, της λύπης που μας γέννησε Μαύρο, βαφή των ματιών μας…
άσε με να βγω, είπε η Αλίκη στο σπίτι και το χέρι της έσπασε βίαια το παράθυρο ενώ το πόδι της κλωτσούσε την εξώπορτα η εξώπορτα τραντάχτηκε από τους μεντεσέδες…