Βάλτερ Πούχνερ: THE FALL OF HISTORY
THE FALL OF HISTORY Πετούν οι μέρες αποδημητικά και μένουν πίσω οι πόλεμοι στους χειμώνες της μνήμης κοκκινίζουν τα δάση απ’ τα πυρά κιτρινίζουν τα φύλλα από τον τρόμο…
THE FALL OF HISTORY Πετούν οι μέρες αποδημητικά και μένουν πίσω οι πόλεμοι στους χειμώνες της μνήμης κοκκινίζουν τα δάση απ’ τα πυρά κιτρινίζουν τα φύλλα από τον τρόμο…
Έμπλεοι τεχνητής νοημοσύνης, υπνωτισμένοι και σ’ ευθεία γραμμή, να προχωρούν με βήμα λιτανείας, εικόνων και παραγγελμάτων καταναλωτές, σχοινοτενών ομιλιών ακροατές. Και μικρογραφημένοι, να χωρούν σε νούμερα στατιστικών και προγραμμάτων, άφυλοι…
Στην αρχή απευθύνεται στους οικείους του. Του θυμίζουν τα λόγια του Χριστού: Οι οικείοι σας είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί σας. Ύστερα τηλεφωνεί σε γνωστούς και φίλους. Άλλοι γελάν αμήχανα…
Την Κυριακή το απόγευμα μια έκθεση της έμεινε να γράψει βαριόταν όμως βγήκε να παίξει στη γειτονιά μα βρώμισε το καλό της φόρεμα λεκέδες κόκκινους το γέμισε τις κόρες των…
Αυτό μόνο Ρούχο παλιό το σώμα με στενεύει. Κουρέλι η ψυχή μου και παγώνω. Ζωή σε στάση που όλο λιγοστεύει. Να κλάψω θέλω τώρα‧ αυτό μόνο. Σάπιος ο κόσμος θάνατο αναδίδει.…
ΕΝΑ Δύο μητέρες η Άγαρ και η Σάρα η δούλη η ελεύθερη Δύο γιοι ο Ισμαήλ και ο Ισαάκ ο γιος της δούλης ο γιος της ελεύθερης Και όμως "ουκ…
Η γιορτή τέλειωνε πάνω στο σερβάν. Γλιστρούσε μακριά η μουσική τους. Η μιμόζα στο στεγνό βάζο δεν προσπαθούσε καν να πουδράρει τη μύτη της. Το αντισκορικό στις ντουλάπες είχε απορροφήσει…
Η Σταχτοπούτα ζούσε στο παλάτι που είχε σχήμα εγκεφάλου, φτιαγμένο από λέξεις στεγνό στις εσοχές του. Το βράδυ με τη νυχτικιά της χόρευε σε δάση αχανή, πριν τα μεσάνυχτα επέστρεφε…
Το σκιάχτρο είναι κατειλημμένο Μου είπαν: Θα σπέρνεις φόβο κι αυτός θα φυτρώνει. Είναι η αρμοδιότητά σου. Μπορώ να αλλάξω ρόλο; απάντησα, δεν έχω σχετικές γνώσεις. προτιμώ να καλλιεργώ…
Μέ τήν ἀναπνοή βαριά καί τά μάτια ἔκθαμβα ἀπό τῆς φωτιᾶς τήν ἄγρια ὄψη ἔγειραν –μέρες μετά- νά κοιμηθοῦν. Πρός τό ξημέρωμα τούς βρήκε τῆς φωτιᾶς τό ἀντίδοτο. Κι…
- θα ξημερώσουν κι άλλες νύχτες νύχτες γεωλογικές όχι από σιωπή ή ανάγκη αλλά τρόμο αδιαίρετο.…
Από παιδί, ονειρευόμουν να ξενιτευτώ. Ερωτευόμουν τις καινούργιες γλώσσες, τις ξένες πόλεις, τις ανάσες τους . Και δεν φοβόμουνα τους αποχαιρετισμούς, ούτε με συγκινούσε το ταξίδι του νόστου... Δεν άντεχα…